Ο Τζέσε Τζέιμς έμεινε στην ιστορία σαν ένας από τους σύγχρονους Ρομπέν των δασών.
Ένα μεγάλο μέρος από τα λεφτά που έβγαζε στις ληστείες, τα μοίραζε στους φτωχούς του Νότου.

Η αντίθετη άποψη είναι ότι στην πραγματικότητα, ο Τζέιμς ήταν ένας αδίστακτος ληστής που μοίραζε ένα μικρό ποσοστό από τα ξένα χρήματα για να καλλιεργήσει τον μύθο του και ο ίδιος κρατούσε τη μερίδα του λέοντος.

Ο Τζέσε, αντάρτης στον εμφύλιο

Ο Τζέσε είχε δείξει από μικρός πόσο σκληρός ήταν.
Πρoτού ενηλικιωθεί πήρε μέρος στον αμερικανικό εμφύλιο. Συμμετείχε στο αντάρτικο των Νοτίων και κατηγορείται ότι διέπραξε πολλές θηριωδίες.
Πρώτος εντάχθηκε στους αντάρτες ο μεγαλύτερος αδελφός του. Ένα βίαιο περιστατικό εξόργισε τον Τζέσε και τον έκανε να πάρει κι αυτός τα όπλα.
Ένα βράδυ, άντρες της πολιτοφυλακής του Μιζούρι έσπασαν την πόρτα και μπήκαν στο σπίτι της οικογένειας. Ξυλοκόπησαν άγρια τους πάντες και βασάνισαν τον πατέρα του. Ήταν η τιμωρία της οικογένειας για την επιλογή του αδελφού του.

Από τότε, ο οργισμένος πια Τζέιμς, βγήκε στην παρανομία. Πρώτα σαν αντάρτης και αργότερα σαν ληστής.
Στον πόλεμο, τα εγκλήματα του Τζέιμς ήταν βάναυσα.
Οι μελετητές του υποστηρίζουν ότι επρόκειτο για δολοφονίες εξ επαφής, κατά τις οποίες ο δράστης κοίταζε το θύμα στα μάτια.
Όταν τελείωσε ο πόλεμος, ο Τζέσε και ο αδελφός του δεν αποδέχθηκαν την ήττα των Νοτίων και αποφάσισαν να συνεχίσουν τη δράση τους, χτυπώντας κυρίως τράπεζες.
Η εγκληματική δράση απέκτησε και πολιτικό μανδύα και έτσι άρχισε την καριέρα του στην παρανομία.
Σύντομα η συμμορία του Τζέιμς έβαλε στο ρεπερτόριο και ληστείες τρένων, αλλά η φήμη τους ήταν πως δεν έπαιρναν ποτέ λεφτά από φτωχούς του Νότου.

Το κυνηγητό των αρχών

Ο Τζέσε Τζέιμς με τον αδελφό του Φρανκ
Ο Τζέσε Τζέιμς με τον αδελφό του Φρανκ

Οι αρχές κινητοποίησαν ένα γραφείο ντέντεκτιβ στο Πίνκερτον με σκοπό να πιάσουν τον διαβόητο ληστή και τη συμμορία του.

Σε μια τέτοια επιχείρηση, οι υπεύθυνοι του γραφείου αντί να πιάσουν τον Τζέιμς, χτύπησαν μια γυναίκα και το παιδί της. Η γκάφα προκάλεσε ειρωνείες και ο μύθος του ληστή γιγαντώθηκε.

Σε αυτό βοήθησε και ο εκδότης Τζον Έντουαρτς, ο οποίος δημοσίευε άρθρα που αποθέωναν τον Τζέιμς. Σύμφωνα με τον εκδότη, ήταν ένας «συνειδητός διαδοσίας της ανυπακοής, απέναντι στη ρεπουμπλικανική ιδεολογία».

Η διάλυση της συμμορίας

Τον Σεπτέμβριο του 1876, μια αποτυχημένη ληστεία στη Μινεσότα οδήγησε στη διάλυση της συμμορίας. Κάποια από τα μέλη της  τραυματίστηκαν και κάποια άλλα συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν στη φυλακή.

Μόνο ο Τζέσε και ο αδελφός του, Φρανκ, κατάφεραν να ξεφύγουν. Μετά από αυτό το πλήγμα, οι αδελφοί Τζέιμς, για αρκετό καιρό, δεν πραγματοποίησαν κάποιο χτύπημα. Παραδόξως, αφοσιώθηκαν στις γεωργικές εργασίες που ήξεραν καλά, καθώς κατάγονταν από αγροτική οικογένεια.

Η επιστροφή και η προδοσία

Μπορεί ο λύκος να γίνει πρόβατο; Προφανώς όχι.

Έτσι και ο  Τζέιμς δεν μπορούσε να μείνει αρκετό καιρό εκτός δράσης. Λίγα χρόνια αργότερα, δημιούργησε μια καινούρια συμμορία με βασικά μέλη τους Ρόμπερτ και Τσάρλι Φορντ.
Ήδη από το 1869, ο Τζέιμς ήταν επικηρυγμένος. Το αρχικό ποσό ήταν 500 δολάρια, αλλά το 1882 είχε φτάσει στα 10.000 δολάρια. Οι σύντροφοί του σκέφτηκαν ότι τα λεφτά ήταν σίγουρα και ακίνδυνα, σε σχέση με μια ληστεία τρένου.

Τον Απρίλιο του 1882, στο σπίτι του Τζέιμς σχεδίαζαν ένα καινούριο κόλπο, όταν ο Τζέσε ανέβηκε σε μια καρέκλα για να καθαρίσει ένα λεκέ από τον τοίχο. Όπως είχε γυρισμένη την πλάτη, ο Ρόμπερτ τον πυροβόλησε στο κεφάλι.
Ο δολοφόνος δεν αρνήθηκε ποτέ την πράξη του. Μόλις σκότωσε τον Τζέιμς, εμφανίστηκε στις αρχές για να ζητήσει το ποσό της επικήρυξης.
Δεν διευκρινίστηκε αν το εισέπραξε, αν και αυτό είναι το πιθανότερο.
Η προδοσία των συντρόφων του όμως, ήταν η τελευταία σελίδα στο πλούσιο βιβλίο της ζωή του, το οποίο ο κόσμος δεν σταμάτησε να διαβάζει ποτέ.
Με τα ελληνικά μέτρα, θα λέγαμε ότι ήταν ένας λήσταρχος τον οποίο ο κόσμος τον συμπάθησε, γιατί σε αντίθεση με τις επίσημες αρχές, δεν τον πείραξε ποτέ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ο 23χρονος δολοφόνος που σκότωσε όλη του την οικογένεια και ενέπνευσε την ταινία «Τρόμος στο Amityville»…

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here