Στις 10 το πρωί της 15ης Ιουλίου 1974, το ΡΙΚ σταμάτησε να εκπέμπει ξαφνικά. Το «πουκάμισο το θαλασσί» που έπαιζε εκείνη την ώρα σταμάτησε στον στίχο: «… χρυσή κλωστή και βελονιά ποιος θα δικάσει τον φονιά».

Κάποιοι κούνησαν τα ραδιοφωνάκια, έλεγξαν τις υπόλοιπες συχνότητες και ξαφνικά άκουσαν ριπές και συνθήματα.
Το ΡΙΚ μετέδιδε: «Η Εθνική Φρουρά επενέβη σήμερον την πρωίαν, δια να σώσει τον τόπον από τον αδελφοκτόνον σπαραγμόν. Η Εθνική Φρουρά είναι ήδη κυρία της καταστάσεως..».
Τα δείγματα πως θα γινόταν πραξικόπημα ήταν πολλά. Ο Πρόεδρος Μακάριος όμως αγνόησε και τα σημεία και τις προτροπές για λήψη μέτρων προστασίας του.

Το χρονικό

Στις 08:15, εμφανίσθηκαν δύο ισχυρές φάλαγγες αρμάτων η μία από το στρατόπεδο Κοκκινοτριμιθιάς και η άλλη από το στρατόπεδο Καποτά στην Παλλουριώτισσα.
Η πρώτη αποτελείτο από όλα τα άρματα της Κυπριακής Εθνοφρουράς, περίπου 35 ρωσικής προέλευσης τύπου Τ-34, και με δύναμη 300 ανδρών. Σκόπευαν να εξουδετερώσουν τους 150 άνδρες της Προεδρικής Φρουράς.


Η δεύτερη με λίγα άρματα βρετανικής προέλευσης τύπου ΜΗ και 20 οχήματα μετέφεραν μονάδα ΛΟΚ (32 ΜΚ και ένα λόχο της 31 ΜΚ) περίπου 300 ανδρών. Κατευθύνονταν προς το αστυνομικό εφεδρικό σώμα.
Περικύκλωσαν το Προεδρικό Μέγαρο και το πυρπόλησαν.
Κανονιοβολισμοί και ριπές από βαρέα όπλα ακούγονται σε ολόκληρη τη Λευκωσία.
Ο Αρχιεπίσκοπος και Πρόεδρος Μακάριος εκείνο το πρωί μόλις είχε επιστρέψει από τη θερινή του οικία.


Στις 08:30 υποδέχτηκε μία ομάδα παιδιών από την ελληνική παροικία του Καΐρου.
Τη στιγμή που ο συνοδός δάσκαλος προσφωνούσε την επίσκεψή τους, ακούστηκαν οι πρώτοι κανονιοβολισμού. Ο Πρόεδρος τον προέτρεψε να συνεχίσει.
Ακούστηκαν και δυνατότεροι κανονιοβολισμού από το στρατόπεδο του Εφεδρικού Σώματος.
Όλοι έμειναν ταραγμένοι στο δωμάτιο, όταν ακούστηκε μόνο η φωνή του Μακαρίου να λέει «Συνέχισε παιδί μου».

Στρατιωτικό άρμα έξω από τον αστυνομικό σταθμό Λυκαβητού Λευκωσίας

Όμως ο νεαρός δάσκαλος δεν συνέχισαν αφού εκείνη τη στιγμή όρμησαν στην αίθουσα ο υπασπιστής του Μακαρίου με τον διοικητή της Προεδρικής Φρουράς.
Ο Πρόεδρος με πολιτικά ρούχα και τραγιάσκα φυγαδεύτηκε από την πίσω είσοδο σε έναν ξεροπόταμο κι από εκεί σε δημόσιο δρόμο.
Τα παιδιά από την ελληνική παροικία της Αιγύπτου διέφυγαν από την κύρια είσοδο του Προεδρικού.
Ο Πρόεδρος διέφυγε σε ένα μοναστήρι του Τροόδους.
Το κατειλημμένο ΡΙΚ μετέδιδε: «πάσα αντίστασις έχει εκλείψει όστις θα προβάλει από τούδε και εις το εξης αντίστασιν θα εκτελείται πάραυτα».

Καπνοί από το ΡΙΚ την ημέρα του Πραξικοπήματος

Λίγα λεπτά αργότερα η Εθνική Φρουρά Κύπρου εξήγγειλε διάγγελμα στο οποίο εξηγούσαν πως λόγω της κρίσης στο εσωτερικό της εκκλησίας και της πολιτικής αναστάτωσης καθώς και τον κίνδυνο να περιέλθουν οι ένοπλες δυνάμεις σε αναρχικά και εγκληματικά στοιχεία, επενέβησαν για να απομακρύνουν τους «υπεύθυνους της ανωμαλίας, ήτοι τον Πρόεδρον της Δημοκρατίας και την κυβέρνησιν του».

Η μάχη της Αρχιεπισκοπής

Η Λευκωσία είχε καταντήσει ένα απέραντο πεδίο μάχης, όπου ένοπλες ομάδες της ΕΟΚΑ Β΄, έφεδροι μαζί με την Εθνική Φρουρά και την ΕΛΔΥΚ κατέλαβαν τους δρόμους και λεηλατούσαν σπίτια και καταστήματα.
Τραυματίες, συλληφθέντες και νεκροί συμπλήρωναν την εικόνα της καταστροφής.
Ένας από τους στόχους των πραξικοπηματιών ήταν και η Αρχιεπισκοπή. Εκείνο το πρωί τα τανκς στάθμευσαν απέναντι από το κτήριο της, σε μία απόσταση περίπου 200 μέτρων και άρχισαν να βάλουν εναντίον της Αρχιεπισκοπής.
Οι βολές πέτυχαν ένα ντεπόζιτο νερού, κάτω από το οποίο ήταν οι αντιστασιακοί και το δωμάτιο του Μακαρίου.

Η Αρχιεπισκοπή

Τα πρώτα δύο θύματα μεταφέρθηκαν εσπευσμένα στο Νοσοκομείο. Μόλις έφτασε η είδηση πως ο Μακάριος ήταν ζωντανός, η μάχη φούντωσε.
Γύρω στο μεσημέρι οι πραξικοπηματίες ζήτησαν ενισχύσεις. Μετά από ώρες κανονιοβολισμών και βολών, το τοπίο έμοιαζε με σωστή κόλαση. Τραυματίες κι ένας πυροβολητής νεκρός ήταν ο απολογισμός.
Οι αντιστασιακοί φυγαδεύτηκαν στα γύρω σπίτια.
Στις 20:30 το βράδυ, ακούστηκε η φωνή του Σαμψών, ο οποίος επαναλάμβανε το διάγγελμα της Εθνικής Φρουράς και εξήγγειλε την προεδρία του στην «Ελληνική Δημοκρατία της Κύπρου».

«Να πεθάνουν σαν τα σκυλιά»

Άρματα μάχης στο Γενικό Νοσοκομείο / Μέρες Οργής, Αβδελόπουλος

Μετά τις πρώτες πρωινές ώρες άρχισαν να καταφτάνουν στο Νοσοκομείο Λευκωσίας οι πρώτοι τραυματίες του Πραξικοπήματος.
Μαζί με τους τραυματίες όμως έρχονταν και πραξικοπηματίες αλλά και μέλη της ΕΟΚΑ Β’΄, τα οποία απειλούσαν και τρομοκρατούσαν τους γιατρούς.
Επικεφαλής ο υποπλοίαρχος του πολεμικού ναυτικού Γεώργιος Ντάνος.
Ο παθολόγος Λοΐζος Παύλου περιγράφει τις σκηνές εκφοβισμού: «Ο Ντάνος ερχόταν με το πιστόλι στο χέρι για να υποδείξει ποιους τραυματίες να περιθάλψουμε και ποιους όχι. Είχε στο στόχαστρο τους μακαριακούς τραυματίες και τα μέλη του Εφεδρικού σώματος. Θυμάμαι ιδιαίτερα την περίπτωση του αξιωματικού της Εθνικής Φρουράς, Ερμή Χριστοδούλου, τον οποίον είχαν πυροβολήσει στα πόδια οι πραξικοπηματίες. […] Τους μακαριακούς τραυματίες οι πραξικοπηματίες, τους είχαν κλείσει απομονωμένους σε αποθήκη στις Πρώτες βοήθειες, για να μείνουν να “πεθάνουν σαν τα σκυλιά”. Μας απειλούσαν με τα όπλα και δεν μας άφηναν να αγγίξουμε τους τραυματίες».
Οι ΕΟΚΑΒητατζήδες έψαχναν μανιωδώς μέσα στο Νοσοκομείο να βρουν «τον παπά».
Διέταζαν, εκφόβιζαν και δεν επέτρεπαν στους γιατρούς να περιθάλψουν κομμουνιστές και αντιστασιακούς.

Χριστός Ανέστη και σούβλες για «τα καλά νέα»

Παρά τους αντιστασιακούς που έδιναν μάχες έξω από το Προεδρικό αλλά και σε άλλες περιοχές ενάντια στους πραξικοπηματίες, υπήρχε και μία μερίδα πληθυσμού που θεώρησε το πραξικόπημα δώρο θεού και για αυτό έτρεξαν να το γιορτάσουν.
Ακούγονταν οι ευχές «Χριστός Ανέστη» ενώ άλλοι έψηναν σούβλες για το «αναστάσιμο γεγονός» γιορτάζονταν την «πτώση του τυράννου».

Άνδρες της ΕΟΚΑ Β΄ από τις Φυλακές χαίρονται για τη «νίκη» / Μέρες οργής, Αβδελόπουλος

«Ελληνικές Κυπριακέ Λαέ, είναι γνώριμη η φωνή που ακούς»

Στο μεταξύ ο Πρόεδρος Μακάριος είχε φτάσει στην Ιερά Μητρόπολη Πάφου.
Από εκεί άκουσε έναν μοναχό ο οποίος μέσω ενός μικρού ραδιοφώνου που μετέφερε άκουγε κάποιο σταθμό να μεταδίδει συνθήματα υπέρ του Μακαρίου.
Ο Πρόεδρος ρώτησε τον μοναχό τι άκουγε, κι εκείνος του απάντησε πως η συχνότητα εξέπεμπε από τον ερασιτεχνικό ραδιοφωνικό σταθμό Πάφου. Τότε ο Μακάριος ζήτησε να τον μεταφέρουν εκεί.
Μόλις έφτασε, ο Νίκος Νικολαΐδης έκανε τα απαραίτητα για να μεταδώσει ο Πρόεδρος το διάγγελμά του.
Από εκεί μετέδιδε ξανά και ξανά το διάγγελμα του Μακαρίου:

«Ελληνικέ κυπριακέ λαέ! Γνώριμη είναι η φωνή που ακούεις. Γνωρίζεις ποίος σου ομιλεί. Είμαι ο Μακάριος… Δεν είμαι νεκρός, όπως η χούντα των Αθηνών και οι εδώ εκπρόσωποί της θα ήθελαν… Η χούντα δεν πρέπει να περάσει και δε θα περάσει. Νυν υπέρ πάντων ο αγών».

Το μήνυμα δεν ακουγόταν πολύ καθαρά και ο σταθμός δεν εξέπεμπε σε μεγάλη εμβέλεια.
Όμως γύρω στα μεσάνυκτα, το BBC μετέδωσε το διάγγελμα κόβοντας τη χαρά στους χουντικούς που είχαν πιστέψει την είδηση πως ο Μακάριος ήταν νεκρός.
Το νησί είχε μπει σε στη δίνη του διχασμού που θα οδηγούσε και στην τραγωδία του Αττίλα

Διαβάστε επίσης στη ΜτΧ: «Άνοιξε τάφους γιατί θα σε θάψω κι εσένα βρωμόπαπα. Αυτούς δεν θα τους θάψεις γιατί είναι κομμουνιστές». Μαρτυρίες από το πραξικόπημα του Ιωαννίδη στην Κύπρο. Λίγες μέρες μετά έγινε η τουρκική εισβολή  

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here