H ταινία «Μ» που στην Ελλάδα κυκλοφόρησε με τίτλο «Ο δράκος του Ντίσελντορφ» θεωρείται από τις καλύτερες   του γερμανικού κινηματογράφου. Το αρχικό Μ προερχόταν από τη γερμανική λέξη Μorder που σημαίνει δολοφόνος.
Ταινία «Μ», 1931
φωτογραφία: Horst von Harbou.

Προβλήθηκε το 1931 και γυρίστηκε σε διάστημα έξι εβδομάδων από τον περίφημο σκηνοθέτη  Φριτς Λανγκ. Ήταν η πρώτη ταινία που είχε ως κεντρικό χαρακτήρα έναν κατά συρροή δολοφόνο , τον οποίο υποδυόταν ο ηθοποιός Πέτερ Λόρε. Όταν οι Ναζί ανήλθαν στην εξουσία, απαγόρευσαν την προβολή της και ο πρωταγωνιστής, ο οποίος ήταν Εβραίος, έφυγε από τη Γερμανία.

Ο Λανγκ συνεργάστηκε με την αστυνομία, μελέτησε υποθέσεις δολοφονιών και είδε από κοντά σκηνές εγκλήματος.
Σκοπός του ήταν να δημιουργήσει μια ταινία που θα ήταν βασισμένη στο πιο απεχθές έγκλημα.

Σύμφωνα με την υπόθεση η αστυνομία κυνηγά τον δολοφόνο μικρών κοριτσιών στο Βερολίνο του ’30.

Πολλοί ισχυρίστηκαν ότι η ταινία ήταν βασισμένη στον Πίτερ Κίρτεν, γνωστό ως «δράκο του Ντίσελντορφ», ο οποίος τη δεκαετία του ’20 είχε τρομοκρατήσει την κοινωνία της Γερμανίας.
Είχε γεννηθεί το 1883 σε προάστιο της Κολωνίας και ήταν το πρώτο παιδί από τα 13 της οικογένειάς του. Ο πατέρας του ήταν αλκοολικός και πολλές φορές κακοποιούσε σωματικά και σεξουαλικά εκείνον, τη μητέρα και τα αδέρφια του.
Σε ηλικία 9 ετών ο Κίρτεν ερχόταν σε σεξουαλική επαφή με τον σκύλο του και με ζώα όπως πρόβατα και κατσίκες. Όπως είχε αποκαλύψει του άρεσε να τα μαχαιρώνει κατά τη συνουσία και να βλέπει το αίμα να τρέχει.

«M», 1931 φωτογραφία: Horst von Harbou
Ο βρυκόλακας του Ντίσελντορφ

Σύμφωνα με μαρτυρία του, έκανε τις πρώτες δολοφονίες στο σχολείο, όπου είχε πνίξει δύο φίλους του, αλλά οι δάσκαλοι νόμιζαν ότι ήταν ατύχημα.
Ωστόσο,  το πρώτο του επιβεβαιωμένο θύμα ήταν η 10χρονη Κρίστιν Κλάιν, η οποία βρέθηκε το 1913 βιασμένη και μαχαιρωμένη στο σπίτι της .
Ύποπτος θεωρήθηκε ο θείος της ο οποίος είχε άσχημες σχέσεις με τον πατέρα της. Ο Κίρτεν παρακολούθησε από κοντά τη δίκη χωρίς να κινήσει υποψίες.
Αρχές της δεκαετίας του ’20 παντρεύτηκε μια πρώην πόρνη, η οποία είχε φυλακιστεί στο παρελθόν για τη δολοφονία του αρραβωνιαστικού της.

Τα θύματα του Κίρτεν

Έζησε για λίγο καιρό φυσιολογικά, ώσπου το 1929 σκότωσε με 13 μαχαιριές την εννιάχρονη Ρόζα Όλιγκερ και έναν 45χρονο άντρα.
Ο Πίτερ Κίρτεν επέστρεφε στον τόπο του εγκλήματος για να παρατηρήσει τις αντιδράσεις και δεν δίσταζε να συνομιλεί με τους αστυνομικούς.

Τα θύματά του είχαν σπασμένα κρανία, μαχαιριές σε όλο τους το σώμα και είχαν υποστεί σεξουαλική κακοποίηση. Οι αστυνομικοί  πίστευαν ότι ο δολοφόνος έπινε το αίμα τους, γι’αυτό τον ονόμασαν «βρυκόλακα του Ντίσελντορφ». Οι γερμανοί πολίτες είχαν τρομοκρατηθεί από την παρουσία του, αλλά η αστυνομία δεν μπορούσε να εντοπίσει ίχνη του.
Πολλοί παρουσιάζονταν στην αστυνομία, λέγοντας ότι ήταν οι δολοφόνοι προκειμένου να κερδίσουν λίγη δημοσιότητα, ενώ ο  Κίρτεν συνέχιζε να σκοτώνει μικρά παιδιά ανενόχλητος.
Μάλιστα απολάμβανε την υστερία που είχε προκαλέσει και δεν δίσταζε να παίρνει τηλέφωνο στις εφημερίδες και να υποδεικνύει που βρίσκονταν τα πτώματα των θυμάτων του.

Ο Πίτερ Κίρτεν φορούσε ακριβά κοστούμια και έμοιαζε με επιχειρηματία
Η σύλληψη

Στις  14 Μαΐου 1930 ο Κίρτεν γνώρισε στον σταθμό του τρένου τη Μαρία Μπάντλις. Προσφέρθηκε να τη βοηθήσει και την οδήγησε σε δάσος. Τη βίασε και την άφησε ελεύθερη με την προϋπόθεση να μην αποκαλύψει στην αστυνομία την ταυτότητά του. Τελικά, οι αστυνομικοί έμαθαν μέσω φίλης της το περιστατικό και το όνομα του βιαστή.
Ο κλοιός είχε στενέψει για το δολοφόνο, ο οποίος αποκάλυψε στη γυναίκα του ότι ήταν ο «βρυκόλακας  του Ντίσελντορφ» και της είπε να τον καταδώσει στην αστυνομία προκειμένου να εξασφαλιστεί οικονομικά.
Πράγματι, η γυναίκα τον κατέδωσε και ο Κίρτεν οδηγήθηκε στη φυλακή. Παραδέχτηκε την ενοχή του αλλά δεν έδειξε ίχνος μεταμέλειας για τις πράξεις του. Ισχυρίστηκε ότι για την εγκληματική του συμπεριφορά ευθύνονταν τα δύσκολα παιδικά του χρόνια και το γερμανικό ποινικό σύστημα.
Όσο βρισκόταν στη φυλακή ο ψυχολόγος Καρλ Μπεργκ συνομίλησε μαζί του και έγραψε το βιβλίο «Ο Σαδιστής».
Μεταξύ άλλων του αποκάλυψε ότι κίνητρό του ήταν η σεξουαλική ευχαρίστηση και μαχαίρωνε περισσότερες φορές τα θύματά του, καθώς το αίμα τον βοηθούσε να φτάσει γρήγορα σε οργασμό.

«Δεν έχω τύψεις. Η ανάμνηση των πράξεων μου, με κάνει να αισθάνομαι ντροπή αλλά κοιτάζοντας πίσω τις λεπτομέρειες δεν μου είναι καθόλου δυσάρεστες. Μάλλον το απόλαυσα», είπε.

Κατηγορήθηκε για εννέα δολοφονίες και επτά απόπειρες δολοφονίας. Το δικαστήριο χρειάστηκε μόλις 90 λεπτά για να τον καταδικάσει εννέα φορές σε θανατική ποινή.

Εκτελέστηκε το 1931 στην γκιλοτίνα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Οι φοιτητές που σχεδίασαν το «τέλειο έγκλημα» για να αποδείξουν ότι ήταν «Υπεράνθρωποι». Έπνιξαν ένα συμμαθητή τους και τον έκρυψαν σε μπαούλο. Πως αποκαλύφθηκαν

 

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here