Το «κίνημα των Ζηλωτών» της Θεσσαλονίκης υπό τον Ανδρέα Παλαιολόγο και η δημιουργία μιας άτυπης λαϊκής δημοκρατίας που επικράτησε για μια επταετία, αποτελεί ένα γεγονός που κατέχει εξέχουσα θέση στην παγκόσμια κοινωνική ιστορία των λαών.

Κυρίαρχη τάξη στην κοινωνική ζωή της εποχής ήταν οι πλούσιοι, ευγενείς, γαιοκτήμονες φαιουδάρχες, οι ανώτεροι αξιωματικοί του στρατού και του στόλου, αλλά και ο κλήρος.
Αυτοί ήταν οι λεγόμενοι «δυνατοί» που τους βρίσκουμε στα βυζαντινά κείμενα και σαν «ευπατρίδες», «άρχοντες», «προύχοντες», «επιφανείς», «υψηλούς».
Οι υπόλοιποι, ο λαός δηλαδή, ήταν οι «δουλοπάροικοι» ή «πάροικοι» ή «εναπόγραφοι» που χωρίς να είναι δούλοι, είχαν ελάχιστα δικαιώματα. Ήταν «μισοελεύθεροι», αλλά δεμένοι με τη γη σαν εξάρτημα της, με υποχρέωση να την καλλιεργούν και να εργάζονται σε διάφορα πόστα με μικρές αμοιβές, ίσα – ίσα για να μπορούν να ζουν μια ζωή με στερήσεις, αποκομμένοι από τον διοικητικό μηχανισμό του κράτους.

Από τα τέλη όμως του 11ου αιώνα δημιουργείται μια νέα τάξη «αστών – εμπόρων».

Η «κλειστή» οικονομία της παραγωγής και κατανάλωσης των αγαθών στον ίδιο τόπο έσπασε από την είσοδο του εμπορίου και της μεταποίησης πάνω σε προϊόντα ευρύτερου ενδιαφέροντος. Η νέα τάξη άρχισε να δημιουργεί νέα κατάσταση και να αγωνίζεται να κατακτήσει χώρους στην κοινωνική δομή των πόλεων και των λιμανιών όπως ήταν η Θεσσαλονίκη, η Δημητριάδα, η Κόρινθος, η Αθήνα, η Κέρκυρα, η Πάτρα, ή Θήβα και πολλές άλλες, οι οποίες ως τότε κατέχονταν από τους άρχοντες.
Μαζί με τους «μέσους» ή «αστούς» που εδραίωναν καθημερινά τη θέση τους έχοντας στα χέρια τους το εμπόριο, τα εργαστήρια και τις μεταφορές (χερσαίες ή θαλάσσιες), τάχθηκαν και οι εξαθλιωμένες από την εκμετάλλευση λαϊκές μάζες, οι λεγόμενοι «μικροί».

Πίνακας του ‘U Muratore

Η Θεσσαλονίκη την εποχή αυτή (πρώτο μισό του 14ου αιώνα), με έναν πληθυσμό πάνω από 200.000 κατοίκους, μαζί με τους πρόσφυγες που μαζεύτηκαν στην περιτειχισμένη πόλη για ασφάλεια, με ένα λιμάνι με μεγάλη κίνηση, με τα κύρια οδικά και θαλάσσια δίκτυα που ξεκινούσαν ή περνούσαν από αυτή και με μια πνευματική αναγέννηση, αποτέλεσε κέντρο σημαντικής ανακατάταξης.

Η αντίδραση των Ζηλωτών στην αισχροκέρδεια και την παράλογη φορολογία

Στην πόλη όμως, την εποχή αυτή, εμφανίζεται έντονη οικονομική κρίση αφού οι Σέρβοι και οι Τούρκοι «έκλεισαν» τους εμπορικούς της δρόμους. Αποτέλεσμα ήταν να οργιάζει η αισχροκέρδεια των πλουσίων, οι οποίοι δάνειζαν χρήματα στους οικονομικά ανήμπορους κατοίκους, με υψηλούς τόκους και απάνθρωπους όρους.
Οι ίδιοι οι άρχοντες, περίπου πενήντα οικογένειες που είχαν όλες τις εξουσίες της πόλης στα χέρια τους, καταπίεζαν τις λαϊκές μάζες με διάφορους περιορισμούς και φορολογίες.

Ο Ιωάννης ΣΤ’ Καντακουζηνός ήταν Βυζαντινός αυτοκράτορας και ιστορικός, ο οποίος κάθισε στο θρόνο από το 1341 μέχρι την εκούσια παραίτησή του το 1354.

Στην κατάσταση αυτή αντέδρασαν οι «Ζηλωτές», που ήταν μια οργάνωση εμπόρων και βιοτεχνών, κυρίως με την υποστήριξη των διάφορων επαγγελματικών «συντεχνιών» της πόλης και του λαού που συγκροτούσε τον «δήμο» της Θεσσαλονίκης.
Όταν το 1341 πέθανε ο αυτοκράτορας Ανδρόνικος Γ’ στην Κωνσταντινούπολη, οι άρχοντες και οι προύχοντες που έβλεπαν τη θέση τους να κινδυνεύει όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη, αλλά σε άλλες πόλεις κι επαρχίες του κράτους όπως η Ανδριανούπολη, Φερές, Ποτίδαια, Ηράκλεια, θέλησαν να τοποθετήσουν στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης τον Κατακουζηνό, άνθρωπο μεγάλης παιδείας αλλά πολύ φιλόδοξο. Έτσι, στέφεται «αυτοκράτορας» στο Διδυμότειχο, για να αρχίσει ένας νέος εμφύλιος μεταξύ αυτού και των οπαδών του από τη μια και του παλατιού από την άλλη.

Το γεγονός ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών στη Θεσσαλονίκη, όπου κάτω από το πρόσχημα της προστασίας του νόμιμου δικαιώματος στον θρόνο των Παλαιολόγων, πραγματοποιείται το κίνημα των Ζηλωτών το 1342.

Καταλύονται τότε όλες οι τοπικές αρχές της πόλης και τις εξουσίες αναλαμβάνουν στελέχη του κινήματος. Ο φίλος του Καντακουζηνού, στρατοπεδάρχης της πόλης, Θεόδωρος Συναδηνός, μαζί με πολλούς τρομοκρατημένους ευγενείς, καταφεύγουν στο φρούριο του Γυναικόκαστρου στο σημερινό Κιλκίς, για να σωθούν από το μένος των επαναστατημένων λαϊκών μαζών της Θεσσαλονίκης. Τόσο ο βυζαντινός συγγραφέας Νικηφόρος Γρηγοράς, όσο και ο ίδιος ο Καντακουζηνός που υπήρξε και συγγραφέας, εξιστορούν με δέος αλλά και με μίσος και προκατάληψη τα γεγονότα που ακολούθησαν στην πόλη της Θεσσαλονίκης.

Οι σφαγές των ευγενών

Τα σπίτια των ευγενών γκρεμίζονται και ακολουθούν σφαγές στον δρόμο, όσων από το αρχοντολόι της πόλης συλλαμβάνονταν να είναι κρυμμένοι σε υπόγεια, σε στέρνες ακόμα και στους ναούς.
Η πόλη κλείνει τις πύλες της και ελέγχεται από τους Ζηλωτές, οι οποίοι οργανώνουν μαζί με τον επισιτισμό του πληθυσμού και την άμυνα της.

Ο Καντακουζηνός θορυβημένος, στέλνει τότε στρατό κατά της Θεσσαλονίκης και συγχρόνως ζητάει βοήθεια από τον «κράλη» της Σερβίας, ο οποίος τον βοήθησε να ανέλθει παράνομα στην εξουσία.


Τα στρατεύματά του καταλαμβάνουν εύκολα το φρούριο της Ρεντίνας που προστάτευε την πόλη και βάδισαν κατά της Θεσσαλονίκης.
Τους Ζηλωτές όμως σπεύδει να ενισχύσει με στρατό το παλάτι και με επικεφαλής τον Ανδρόνικο και Θωμά Παλαιολόγο, ενώ 50 πολεμικά πλοία με τον Αλέξιο Απόκαυκο σπεύδουν να προστατέψουν τη Θεσσαλονίκη και από τη θάλασσα.

Η επανάσταση των Ζηλωτών σώζεται και ο Καντακουζηνός αποσύρεται ταπεινωμένος, αφού έχασε και το φρούριο του Γυναικόκαστρου.

Το 1345 κι ενώ οι Ζηλωτές είχαν πια οργανώσει ολοκληρωτικά την πόλη με ένα σύστημα που όπως κατέγραψε ο συγγραφέας Γρηγοράς, «δεν έμοιαζε με κανένα γνωστό πολίτευμα», οι ευγενείς της πόλης – όσοι απέμειναν- οργάνωσαν μια συνωμοσία κατά των Ζηλωτών παίρνοντας με το μέρος τους και τον μεγάλο δούκα Ιωάννη Απόκαυκο. Ο πατέρας του, Αλέξιος, τον είχε τοποθετήσει διοικητή της Θεσσαλονίκης. Ο Απόκαυκος με δόλο σκότωσε σε μια απόκεντρη συνοικία της Θεσσαλονίκης τον Μιχαήλ Παλαιολόγο, που ήταν αρχηγός των Ζηλωτών και κατέλαβε την εξουσία της πόλης μαζί με τους φίλους του ευγενείς. Όλα τα στελέχη των Ζηλωτών φυλακίστηκαν και βασανίστηκαν φρικτά.
Στην πόλη επικρατεί αναβρασμός και νέο κίνημα Ζηλωτών εμφανίστηκε, καθώς μαθεύτηκε ότι ο Απόκαυκος μαζί με τον Καντακουζηνό ετοιμάζεται να του παραδώσει την πόλη έναντι «τιμών».
Το κίνημα με αρχηγούς τον Ανδρέα Παλαιολόγο και τον Γεώργιο Κοκκαλά και κύρια μέλη της ναυτικής συντεχνίας της πόλης, τους «παραθαλάσσιους», όπως τους ονόμαζε ο Καντακουζηνός επιτυγχάνει. Η εκδίκηση του επαναστατημένου πλήθους ήταν σκληρή.
Οι ευγενείς σφαγιάστηκαν και εξευτελίστηκαν δημοσίως. Τρομοκρατία επικράτησε σε ολόκληρη την πόλη με την ανακατάληψή της από τους Ζηλωτές, οι οποίοι αυτή τη φορά ήταν αποφασισμένοι και άκαμπτοι να εξοντώσουν τους ευγενείς και τους πλούσιους από τους οποίους είχαν υποφέρει.

Η διακυβέρνηση των Ζηλωτών

Παρά το γεγονός ότι λείπουν πηγές για τον τρόπο με τον οποίο οι Ζηλωτές οργάνωσαν και λειτούργησαν τη «λαϊκή δημοκρατία» της Θεσσαλονίκης, από μαρτυρίες προκύπτει ότι τα τέσσερα τελευταία χρόνια της επικράτησης τους, η πόλη οργανώθηκε με βάση τους νέους θεσμούς που υπαγόρευαν το κοινό συμφέρον και η θέληση του πληθυσμού της πόλης προσπάθησε να αποτινάξει μόνιμα την απάνθρωπη καταπίεση των αρχόντων.

Οι Ζηλωτές υπερασπίστηκαν τα συμφέροντα των χαμηλών τάξεων  απέναντι στους πλούσιους και τους δυνατούς και εγκατέστησαν λαϊκή Δημοκρατία για επτά χρόνια.

Οι Ζηλωτές γκρέμισαν τους ευγενείς από την εξουσία και κυβέρνησαν πραγματοποιώντας πολλές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που βελτίωσαν τις συνθήκες ζωής των λαϊκών μαζών. Τα εισοδήματα των πλούσιων αρχόντων και των εκκλησιών δεσμεύτηκαν για να βοηθηθούν οι ασθενέστερα οικονομικές τάξεις και για να εξοπλιστεί στρατός διοικούμενος από τους Ζηλωτές.
Η εκλογή αρχόντων γινόταν όχι πια από μια συγκεκριμένη μερίδα των κατοίκων, αλλά από το σύνολο τους. Τα δημόσια αξιώματα έπαψαν πια προνόμιο της αριστοκρατίας. Ακόμα και οι θρησκευτικοί αρχηγοί εκλέγονταν από τον λαό.
Αυτός ήταν και ο λόγος που οι Ζηλωτές δεν επέτρεψαν την είσοδο στην πόλη του Γρηγορίου Παλαμά, όταν το 1347 στάλθηκε ως Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης από το Πατριαρχείο. Η ακίνητη περιουσία ανήκε στο «δήμο», ενώ καταργήθηκαν όλα τα προνόμια των διαφόρων τάξεων και ομάδων.
Το 1349 οι Ζηλωτές πέρασαν δύσκολες μέρες, αφού ο Καντακουζηνός εφήρμοσε οικονομικό αποκλεισμό σε όλη τη βυζαντινή επικράτεια και στη Θεσσαλονίκη και οργάνωσε την ανατροπή τους.
Ο Αλέξιος Μετοχίτης, άνθρωπος του Καντακουζηνού, οργάνωσε νέα συνωμοσία στην πόλη κατά των Ζηλωτών, αφού κατόρθωσε να διασπάσει την ενότητα της ναυτικής συντεχνίας που αποτελούσε τον κύριο κορμό της επαναστατικής οργάνωσης των κατοίκων.
Το καλοκαίρι του 1349 ξέσπασε στη Θεσσαλονίκη η αντεπανάσταση κατά των Ζηλωτών.
Ο αρχηγός τους, Ανδρέας Παλαιολόγος έφυγε από την πόλη. Το σπίτι του και τα σπίτια των κύριων συνεργατών του κάηκαν.
Μάχες σκληρές δόθηκαν στη Θεσσαλονίκη για πολλές μέρες. Για τη βοήθεια του Μετοχίτη έσπευσαν με αίτημα του Καντακουζηνού τουρκικά στρατεύματα με επικεφαλής τον Σουλεϊμάν. Οι Τούρκοι ύστερα από σκληρή αντίσταση των Ζηλωτών της Θεσσαλονίκης πήραν την πόλη και την παρέδωσαν στον Καντακουζηνό, ο οποίος το φθινόπωρο του 1349 μπήκε νικητής και τροπαιούχος στην πόλη.

 

Διαβάστε επίσης στη «ΜτΧ»: Που βρίσκεται το άγνωστο «Γυναικόκαστρο» της Μακεδονίας που έγινε καταφύγιο των φτωχών για την προστασία της σοδειάς. Ο θρύλος της ηρωικής Μαρουλίας που πολέμησε τους Τούρκους … 

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here