Στις 4 Φεβρουαρίου έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 84 ετών η Ελένη Γκουραμάνη – Νανακούδη, η πιο εμβληματική ζωντανή μαρτυρία του Ολοκαυτώματος του Χορτιάτη της Θεσσαλονίκης.

Η Ελένη Νανακούδη είχε επιζήσει από τον «Φούρνο Γκουραμάνη», μια από τις μεγαλύτερες κτηνωδίες των Σουμπεριτών που υπήρξαν συνεργάτες των Γερμανών την περίοδο της κατοχής. Τότε, ήταν 10 ετών και κατάφερε να σωθεί από θαύμα.

Στις 2 Σεπτεμβρίου 1944 οι Γερμανοί σε συνεργασία με έλληνες προδότες που είχαν καταταγεί στην ένοπλη ομάδα του Σούμπερτ, εισέβαλαν στο χωριό και εκτέλεσαν τους κατοίκους. Οι Γερμανοί έδιναν εντολές και οι Σουμπερίτες εκτελούσαν.

Η επίθεση στο χωριό Χορτιάτη έγινε σε αντίποινα για μια ενέδρα που έστησαν οι αντάρτες έξω από το χωριό σε αυτοκίνητο ύδρευσης από τη Θεσσαλονίκη και σε γερμανικό αυτοκίνητο. Στην επίθεση σκοτώθηκε ένας στρατιώτης και οι Γερμανοί βρήκαν την αφορμή να επιτεθούν στον Χορτιάτη που το θεωρούσαν ανταρτοχώρι. Επικεφαλής της επίθεσης τέθηκε ο γερμανός σφαγέας Φριτς Σούμπερτ. Εκτέλεσαν ηλικιωμένους και κακοποίησαν γυναίκες. Στη συνέχεια συγκέντρωσαν τα γυναικόπαιδα στην πλατεία και αφού τα χώρισαν σε δύο ομάδες τα οδήγησαν σε δύο κτίρια, στον φούρνο του Γκουραμάνη και στο σπίτι του Νταμπούδη. Έστησαν τα πυροβόλα, άνοιξαν πυρ και στη συνέχεια έκλεισαν τις πόρτες και έβαλαν φωτιά. Έκαψαν ζωντανούς 149 κατοίκους, εκ των οποίων οι 128 ήταν γυναίκες και παιδιά.

Η Ελένη Νανακούδη, που ήταν τότε 10 ετών είχε περιγράψει στη «Μηχανή του Χρόνου» τα δραματικά λεπτά μέσα στον φούρνο-κολαστήριο και τον τρόπο που κατάφερε να σωθεί.

Ο Πέτρος Τσαγκαλής που ήταν τότε 8 χρόνων κατάφερε κι εκείνος να επιζήσει από το κρεματόριο: «…Εγώ έφυγα μέσα από το φούρνο πριν ακόμα πυροβολήσουν και βάλουν φωτιά… Στο δρόμο συνάντησα την Ελένη, λες και τη βούτηξαν σ’ ένα καζάνι με αίμα και την έβγαλαν. Έσταζε αίματα!…». Μαζί τους σώθηκαν και η 44χρονη Μαρία Αγγελινούδη, η 12χρονη Βασιλική Γκουραμάνη, η 2χρονη Σούλα Αγγελινούδη, η 4χρονη Ίρις Ζέκκα, τα τρία αδέλφια Ρωμούδη.

Το Μνημείο στον Χορτιάτη

Σ’ όλη της τη ζωή η Ελένη αγωνιζόταν για τη διατήρηση της Μνήμης του Ολοκαυτώματος, καθώς θεωρούσε ότι το όφειλε στους 149 αθώους μάρτυρες του Χορτιάτη.

«…Δεν μπορώ και δεν πρέπει να ξεχάσω τα όσα φοβερά βίωσα εκείνη τη σημαδιακή μέρα. Τα νεκρά βλέμματα της μάνας μου και της αδελφής μου. Το διάτρητο από σφαίρες βρέφος στην αγκαλιά της μάνας του Σοφίας Αγγελινούδη. Τη στοίβα των νεκρών έξω από το φούρνο, όπου βρήκα… καταφύγιο, κάνοντας και εγώ τη νεκρή. Τα γέλια των ταγματασφαλητών, που βλέπανε το βρέφος να βυζαίνει τη νεκρή του μάνα. Το τρομακτικό – τρελό βλέμμα του ταγματαλήτη, που προσπάθησε να με σκοτώσει, όταν έφευγα προς το βουνό. Όλα αυτά με ακολουθούν μέρα νύχτα. Είναι ένα με τη ζωή μου. Και θεωρώ ιερό καθήκον μου να τα γνωρίσω στο κόσμο και κυρίως στα νέα παιδιά, που δεν πρέπει να βιώσουν τα όσα φοβερά πέρασε η γενιά μου… Συγχωρώ. Αλλά δεν ξεχνώ…»

Την καλούσανε στα σχολεία, εκδηλώσεις, φεστιβάλ, ως τιμώμενο πρόσωπο και η συγκλονιστική εμπειρία της ενέπνευσε συγγραφείς και κινηματογραφιστές. Έγινε ηρωίδα σε θεατρικά – λογοτεχνικά έργα, κινηματογραφικές ταινίες τεκμηρίωσης, σε φωτογραφικά λευκώματα. Σήμερα, το πορτραίτο της, κοσμεί και το Μουσείο Νταχάου της Γερμανίας.

Διαβάστε επίσης: Τα ορφανά κάνουν γυμναστική μπροστά στο καμένο σχολείο μετά τη σφαγή στον Χορτιάτη. Το ατιμώρητο ολοκαύτωμα της γερμανικής κατοχής και των Ελλήνων συνεργατών τους

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here