4 Ιουνίου 1932. Ο κομματάρχης της Λιβαδειάς Γιώργος Σωτήρχαινας και τα πρωτοπαλίκαρά του, Ναπολέων Λουκάς και Ν. Δανιήλ ή Παπά-Δανιήλ, βάδιζαν προς τον τόπο της εκτέλεσής τους, τραγουδώντας τους στίχους:

«Έβγα μανούλα μ’ να με ιδείς και να με καμαρώσεις,
τα πως με πάει η αρβανιτιά με τους χωροφυλάκους
πάνε να με κρεμάσουνε στης Αίγινας τα πεύκα,
με αλυσίδες στο λαιμό με σίδερα στα χέρια,
εμένα το Σωτήρχαινα το πιο καλό παιδί σου».

Λίγα λεπτά αργότερα τρεις χωροφύλακες του εκτελεστικού αποσπάσματος, τους έριχναν τις χαριστικές βολές και έβαζαν τέρμα σε ένα πολύκροτο θρίλερ που είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο.
Ήταν η εξαφάνιση του 12χρονου Λουκά Στάμου που πριν δύο χρόνια είχε απαχθεί. Οι απαγωγείς ζητούσαν 800 χιλιάδες δραχμές λύτρα για να τον απελευθερώσουν. Οι γονείς του πλήρωσαν τα λύτρα. Οι απαγωγείς όμως δεν τήρησαν τη συμφωνία και δεν ξαναείδε κανένας τον μικρό Λουκά.

Γιώργος Σωτήρχαινας (μέση), Ναπολέων Λουκάς και Ν. Δανιήλ αντικρύζουν το εκτελεστικό απόσπασμα.

Από την πρώτη στιγμή οι έρευνες στράφηκαν στον Γιώργο Σωτήρχαινα, ο οποίος ήταν κομματάρχης και προερχόταν από ευκατάστατη οικογένεια με κτήματα και κτηνοτροφική μονάδα στη Λιβαδειά.
Σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής, ο Σωτήρχαινας ήταν ένας πανίσχυρος άνδρας που δεν δίσταζε να τραβάει όπλο ή μαχαίρι στους καυγάδες και είχε μηνυθεί για βιασμούς αρκετών γυναικών.
Αρκετοί κάτοικοι όμως, είχαν αντίθετη άποψη και τον περιέγραφαν ως ένα λεβέντη και ξεχωριστό παλικάρι της Βοιωτίας.
Τελικά συνελήφθη ως ύποπτος μαζί με τους Γ. Μπάλα, Τζαμτζή, Μπρίνο, Ν. Δανιήλ ή Παπα-Δανιήλ, Ναπολέοντα Λουκά και Γ. Ζαχαρία.
Ο Σωτήρχαινας αρνούνταν τις κατηγορίες και μιλούσε συνεχώς για παιχνίδια των πολιτικών αντιπάλων του, Κίνια και Κουτσοπέταλου.
Κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων όμως, ένας από τους υπόπτους μίλησε στην αστυνομία και είπε ότι οι απαγωγείς ήταν οι Σωτήρχαινας και Ζαχαρίας.

 

Η Δίκη και η αντίδραση του Ελευθέριου Βενιζέλου

Στις 18 Ιουνίου του 1931 άρχισε η επεισοδιακή δίκη στο Κακουργιοδικείο Πειραιά που διήρκεσε περίπου 40 ημέρες.
Τους κατηγορούμενους υπερασπίστηκαν περισσότεροι από δέκα δικηγόροι, οι οποίοι είχαν διαρκώς αντιπαραθέσεις και αντεγκλήσεις με την έδρα.
Ο πρόεδρος, αγανακτισμένος, διέταξε ακόμη και την 24ωρη κράτηση ενός νεαρού συνηγόρου υπεράσπισης, επειδή έκανε πολύ θόρυβο, προκαλώντας την αντίδραση του δικηγορικού συλλόγου.
Οι δικηγόροι αποχώρησαν από τη διαδικασία και έκαναν και καταγγελίες εναντίον του υπουργού Δικαιοσύνης. Υπουργός  και πρωθυπουργός, ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος, που συνεχάρη τον δικαστή για την τήρηση των κανόνων.
Ουσιαστικά, η δίκη συνεχίστηκε χωρίς υπεράσπιση.
Το δικαστήριο καταδίκασε τους Σωτήρχαινα, Λουκά και Δανιήλ σε θάνατο και οι κρατούμενοι πριν μεταφερθούν στις φυλακές Αίγινας, έκαναν προσφυγή στον Άρειο Πάγο.

Δώδεκα ημέρες μετά την προσφυγή, η κυβέρνηση Βενιζέλου έπεσε. Μέσα στην πολιτική ανωμαλία και πριν η προσφυγή εκδικαστεί, το εκτελεστικό απόσπασμα έφθασε στην Αίγινα. Ήταν 2 Ιουνίου του 1932.

Το τελευταίο βράδυ

Ο Σωτήρχαινας πέρασε το τελευταίο βράδυ μαζί με τους συντρόφους του, κρατώντας στάση που έδειχνε ότι δεν λογάριαζε το θάνατο.
Όπως και οι άλλοι μελλοθάνατοι, έγραψε γράμματα στους δικούς του στα οποία μιλούσε για την άδικη καταδίκη του.
«Βασίλη, σε χαιρετώ για τελευταία φορά και σου αφήνω το δαχτυλίδι μου να με θυμάσαι. Θέλω να με θάψετε στη Λιβαδειά», έγραφε στον αδερφό του.

Ο Δανιήλ άφησε 3 χιλιάδες δραχμές κι ένα γράμμα στη μητέρα του, ενώ ο Λουκάς 150 δραχμές στη γυναίκα του.
Λίγη ώρα πριν από την εκτέλεση, οι τρεις θανατοποινίτες κοινώνησαν στο γραφείο του Διευθυντή των Φυλακών και εξομολογήθηκαν για τελευταία φορά.
Μέχρι και την τελευταία στιγμή, ο πρώην ισχυρός άνδρας της Λειβαδιάς πίστευε ότι η εκτέλεση δεν θα γινόταν και ότι κάποιος από τους ισχυρούς πολιτικούς φίλους του, θα μεσολαβούσε για την αποφυλάκισή του.

Την επόμενη ημέρα, οι τρεις μελλοθάνατοι βάδιζαν τραγουδώντας προς τον τόπο της εκτέλεσης. Ο 38χρονος Σωτήρχαινας, τους έδινε κουράγιο.
Το αίτημα του για ταφή στη Λειβαδιά δεν πραγματοποιήθηκε. Συγγενείς και φίλοι του επέμεναν ότι καταδικάστηκε χωρίς να αποδειχθεί η συμμετοχή του και τον χαρακτήριζαν λεβέντη.
Το παιδί δεν βρέθηκε ποτέ και οι γονείς του, εξαφανίστηκαν από τη Λιβαδειά.

Αμέσως μετά την εκτέλεση γράφτηκαν τέσσερα τραγούδια για τον κομματάρχη και κυκλοφόρησαν σε δίσκους 78 στροφών, με τραγουδιστές τους Γιώργο Παπασιδέρη, Γιώργο Μεϊντανά και Γ. Καραβέλλη.

Διαβάστε επίσης: Ο Έλληνας υπουργός που σκότωσε σε μονομαχία έναν μύωπα βουλευτή, μετά από τσακωμό στη βουλή. Μονομάχησαν για ένα ρουσφέτι στην έδρα της ανατομίας…

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here