Ένας από τους πιο αγαπητούς βασιλιάδες της Αγγλίας, ο Ριχάρδος Α’ έμεινε γνωστός ως «Λεοντόκαρδος».
Η γενναιότητα του στη μάχη έμεινε ξακουστή, όπως και η στρατηγική του δεινότητα.
Αν και οι σύγχρονοί του τον περιέγραφαν ως ένα ηρωικό βασιλιά, ιστορικοί του 19ου και 20ου αιώνα αμφισβήτησαν τα γραπτά.
Ο ιστορικός Στίβεν Ράνσιμαν τον περιέγραψε ως «κακό γιο, κακό σύζυγο, κακό βασιλιά, αλλά εξαιρετικό στρατιώτη».
Για καλή του τύχη, ο Ριχάρδος έζησε μια εποχή που ο πόλεμος θεωρούνταν αρετή και έτσι κατάφερε να αξιοποιήσει το ταλέντο του.

«Κακός γιος»

Αν κανείς σκεφτεί ότι ο Ριχάρδος επαναστάτησε όχι μία, αλλά δύο φορές ενάντια στον πατέρα του, ίσως ο χαρακτηρισμός του «κακού γιου» δεν είναι τόσο αβάσιμος.
Ήταν γιος του Βασιλιά της Αγγλίας, Ερρίκου Β’ και της Ελεονόρας της Ακουϊτανίας.
Αν και βασίλεψε στην Αγγλία, ο Ερρίκος έζησε κυρίως στη Γαλλία και δεν έχει εξακριβωθεί αν ήξερε να μιλάει αγγλικά.
Πολλοί σύγχρονοί του τον κατηγορούσαν ότι ήταν ένας ξένος βασιλιάς που δεν αγάπησε ποτέ την Αγγλία.
Δεν είχε ελπίδες να κληρονομήσει το θρόνο αφού δεν ήταν ο πρωτότοκος γιος του βασιλιά, αλλά η φιλόδοξη μητέρα του τον έπεισε να πολεμήσει τον πατέρα του.

Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος

Η πρώτη επανάσταση ξεκίνησε το 1173.
Ο Ριχάρδος και τρεις απ’ τους αδελφούς του, συμμάχησαν με τον Βασιλιάς της Γαλλίας και στράφηκαν εναντίον του πατέρα τους.
Επηρεασμένοι από τα λόγια της μητέρας τους, οι νεαροί προσπάθησαν να αντιμετωπίσουν τον έμπειρο πατέρα τους, αλλά δυσκολεύτηκαν.
Ο Ερρίκος είχε συγκεντρώσει 200 χιλιάδες μισθοφόρους, με τους οποίους κατάφερε να καταπνίξει κάθε κίνηση των γιων του.
Αφού νίκησε και συνθηκολόγησε με τον Βασιλιά της Γαλλίας, ο Ριχάρδος αναγκάστηκε να απολογηθεί στον πατέρα του γονατιστός.
Ζήτησε συγχώρεση κλαίγοντας και ο Ερρίκος του έδωσε το λεγόμενο «φιλί της ειρήνης».

«Λεοντόκαρδος»

Για να εξιλεωθεί, ο Ριχάρδος έπρεπε να τιμωρήσει όσους είχαν συμμαχήσει μαζί του στην επανάσταση.
Φάνηκε εξαιρετικά πρόθυμος να πολεμήσει τους πρώην συμμάχους του και εξαπέλυσε σφοδρές επιθέσεις.
Άλλωστε το ταλέντο του νεαρού πρίγκιπα για τον πόλεμο ήταν εμφανές, ακόμα και αν ηττήθηκε από τον πατέρα του.
Το 1175, ο Ριχάρδος πολιόρκησε το κάστρο Castillion-sur-Agen, ένα από τα πιο δύσβατα φρούρια της Γαλλίας.
Το κατέλαβε δύο μήνες αργότερα και με τη νίκη του κέρδισε το όνομα «Λεοντόκαρδος», που τον ακολούθησε μέχρι το θάνατό του.
Βέβαια το κέρδισε πολεμώντας τους πρώην συμμάχους του που είχαν ήδη αποδυναμωθεί από τις μάχες με τον πατέρα του και όχι υπερασπιζόμενος τον χριστιανισμό στους Άγιους Τόπους, όπως πιστεύουν πολλοί.

«Κακός βασιλιάς»

Η στέψη του Ριχάρδου

Ο Ριχάρδος μπορεί να έχασε τη μάχη της ανατροπής του βασιλιά, αλλά δεν παραιτήθηκε από τις φιλοδοξίες του.
Αφού ξεμπέρδεψε με τους πρώην συμμάχους του, στράφηκε ξανά εναντίον του πατέρα του.
Αυτή τη φορά χωρίς τα αδέλφια του.
Ο μεγαλύτερος αδελφός του και διάδοχος του θρόνου, Ερρίκος ο νεότερος, επιτέθηκαν στον Ριχάρδο το 1183.
Στο πλευρό τους βρέθηκαν και όλοι οι πρώην σύμμαχοί του, αλλά ο Ριχάρδος προέβαλε σθεναρή αντίσταση και διέκοψε την πορεία τους.

Το 1183, πέθανε ο Ερρίκος ο νεότερος και ο Ριχάρδος βρέθηκε ξαφνικά πρώτος στη διαδοχή.
Αυτό βέβαια δεν σταμάτησε την εκστρατεία εναντίον του, επικεφαλής της οποίας ήταν τώρα ο μικρότερος αδελφός του, Ιωάννης.
Ο Ριχάρδος συμμάχησε με τον Βασιλιά της Γαλλίας και οι δυνάμεις του κατατρόπωσαν τον αντίπαλο στρατό στην καθοριστική μάχη του Μπαλάνς, το 1189.
Ο πατέρας του αναγκάστηκε να τον αναγνωρίσει ως επίσημο διάδοχο του θρόνου και πέθανε μετά από δύο μέρες.
Έπασχε από έλκος και οι ταλαιπωρίες του πολέμου επιδείνωσαν την κατάστασή του.

Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1189, ο Ριχάρδος στέφθηκε βασιλιάς της Αγγλίας και πρώτη κίνησή του ήταν να διατάξει τη σφαγή όλων των Εβραίων της Αγγλίας.
Οι κάτοικοι του Λονδίνου έσπευσαν να εκτελέσουν τη διαταγή του και άρχισαν να βάζουν φωτιά στα σπίτια των Εβραίων, να τους καίνε ζωντανούς και να τους ξυλοκοπούν μέχρι θανάτου.
Σύμφωνα με άλλη εκδοχή, η επίθεση ήταν μια πρωτοβουλία των ίδιων των Λονδρέζων και ο Ριχάρδος σταμάτησε τη σφαγή και τους τιμώρησε αυστηρά.

Η Τρίτη Σταυροφορία

Βιβλία ιστορίας σχολιάζουν: «Ο πόλεμος ήταν η μοναδική απόλαυσή του. Η Αγγλία για αυτόν ήταν η πηγή των χρημάτων για να καλύψει τα έξοδα της σταυροφορίας».

Η πολιορκία της Άκρα
Η πολιορκία της Άκρα

Η συμπεριφορά του Ριχάρδου δικαιολογεί πλήρως το σχόλιο.
Έγινε βασιλιάς το Σεπτέμβριο του 1189 και τον Ιούλιο του 1190, ξεκίνησε την Τρίτη Σταυροφορία για την απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ.
Μοναδική του έγνοια ήταν η συγκέντρωση πόρων.
Αύξησε τους φόρους, πούλησε τίτλους ευγενείας, κομμάτια γης και άδειασε το θησαυροφυλάκιο.
Η μανία του ήταν τέτοια που δήλωσε ότι θα πούλαγε και το Λονδίνο, αν βρισκόταν αγοραστής.

Όμως, το κλίμα της εποχής τον ωφέλησε.
Κανείς δεν ενοχλήθηκε από τους φόρους, αφού αποσκοπούσαν στην απελευθέρωση των Αγίων Τόπων.
Ο θρησκευτικός φανατισμός του μεσαίωνα δικαιολογούσε οποιαδήποτε συμπεριφορά, όσο ακραία κι αν ήταν αυτή.
Ο Ριχάρδος κέρδισε την εύνοια του λαού, ακριβώς επειδή ήταν πρόθυμος να θυσιάσει τα πάντα για τον χριστιανισμό.

Αφού αναχώρησε απ’ την Αγγλία, έφτασε στην Σικελία, την οποία και κατέλαβε.
Επόμενος σταθμός ήταν η Κύπρος, η οποία βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Ισαάκιου Κομνηνού.
Ο Ριχάρδος έφτασε την 1η Μαΐου του 1191 και μέσα σε ένα μήνα, κατέλαβε και αυτό το νησί.
Εκεί παντρεύτηκε τη Βερεγγαρία, πριγκίπισσα της Ναβάρρα.
Δεν πρόλαβαν να αποκτήσουν διαδόχους, καθώς ο Ριχάρδος αποχώρησε για την Ιερουσαλήμ και πέθανε, χωρίς να ξαναδεί τη σύζυγό του.

Ριχάρδος ο Σταυροφόρος

Σαλαδίν
Σαλαδίν

Στην αρχή η εκστρατεία γνώρισε μόνο επιτυχίες.
Στις 8 Ιουνίου ο Ριχάρδος προσέγγισε το λιμάνι της Άκρα, όπου βρισκόταν ο ηγέτης των Μουσουλμάνων, Σαλαντίν.
Τα στρατεύματα του Ριχάρδου και σύμμαχοί του επικράτησαν και ο Σαλαντίν αναγκάστηκε να τους παραδώσει την πόλη.
Ο Ριχάρδος θριάμβευσε και στην επόμενη μάχη στην περιοχή Αρσούφ.
Ο στρατός των Μουσουλμάνων είχε αποδυναμωθεί και οι Σταυροφόροι πίστευαν ότι αν πολιορκούσαν την Ιερουσαλήμ, η νίκη θα ήταν πανεύκολη.

Όμως, ο καιρός δεν ήταν με το μέρος τους.
Καταιγίδες και χαλάζι τους εμπόδισαν να μετακινηθούν και δίσταζαν να ξεκινήσουν την πολιορκία σε τόσο αντίξοες συνθήκες.
Αντίθετα, συγκεντρώθηκαν στην πόλη Ασκελόν και περίμεναν την κατάλληλη στιγμή.
Η αναμονή δεν ωφέλησε καθόλου τον Ριχάρδο.
Οι διαμάχες μεταξύ των αρχηγών της Σταυροφορίας κορυφώθηκαν.
Οι σύμμαχοι του Ριχάρδου μάχονταν μεταξύ τους για το ποιος θα αναλάβει την εξουσία και όλοι διαφωνούσαν για την σωστή στρατηγική επίθεσης.

Παράλληλα, ο Ριχάρδος δεχόταν πιέσεις από την Αγγλία, καθώς ο αδελφός του Ιωάννης συνωμοτούσε εναντίον του, για να πάρει τον θρόνο.
Αν και ο Ριχάρδος σημείωσε μερικές νίκες εναντίον του Σαλαντίν, δεν κατάφερε να επαναφέρει την ηρεμία στο στρατόπεδό του.
Ευτυχώς για του Σταυροφόρους, ο Σαλαντίν βρισκόταν και αυτός σε μειονεκτική θέση και ήταν πρόθυμος να συνθηκολογήσει.
Στις 2 Σεπτεμβρίου του 1192, ο Σαλαντίν συμφώνησε σε ανακωχή τριών ετών και επέτρεψε την είσοδο Χριστιανών στην Ιερουσαλήμ.

Η φυλάκιση και ο θάνατος

Καθώς επέστρεφε στην Αγγλία, ο Ριχάρδος δέχθηκε επίθεση από τον Δούκα της Αυστρίας, Λεοπόλδο Ε’, που τον κατηγορούσε

Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος
Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος

για το θάνατο του ξαδέλφου του και συμμάχου του Ριχάρδου, Κονράδου του Μομφερράτου.
Ο Λεοπόλδος παρέδωσε τον Ριχάρδο στον αυτοκράτορα της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, Ερρίκο Δ’, ο οποίος ζήτησε λύτρα 150 χιλιάδες μάρκα.
Η μητέρα του Ριχάρδου, Ελεονόρα, συγκέντρωσε τα λύτρα φορολογώντας την εκκλησία.
Ταυτόχρονα, ο αδελφός του, Ιωάννης, προσέφερε στον Ερρίκο 80 χιλιάδες μάρκα, για να μην ελευθερώσει τον Ριχάρδο.

Στις 4 Φεβρουαρίου του 1194, ο Ριχάρδος αφέθηκε ελεύθερος και επέστρεψε στην Αγγλία.
Αν και συγχώρησε τον Ιωάννη για την προδοσία του, επιτέθηκε εναντίον του Βασιλιά της Γαλλίας, Φιλίππου, που είχε συμμαχήσει με τον Ιωάννη εναντίον του.
Ο Ριχάρδος σημείωνε τη μία νίκη μετά την άλλη και τον Μάρτιο του 1199, πολιορκούσε το κάστρο Chalus.
Στις 25 Μαρτίου, ο Ριχάρδος περιφερόταν ανάμεσα στους στρατιώτες χωρίς την πανοπλία του.
Δεν τον φόβιζαν τα βέλη που εκτοξεύονταν από κάθε πλευρά.
Μάλιστα γέλασε όταν είδε ένα στρατιώτη του να σημαδεύει με τη βαλλίστρα του, ενώ με το άλλο χέρι κρατούσε ένα τηγάνι, το οποίο χρησιμοποιούσε ως ασπίδα.

Ξαφνικά, ένα βέλος καρφώθηκε στον ώμο του, πολύ κοντά στο λαιμό του.
Ο τοξότης ανήκε στο δικό του στρατόπεδο.
Ο γιατρός προσπάθησε να το αφαιρέσει, αλλά προκάλεσε μεγαλύτερη ζημιά.
Πολύ γρήγορα, η πληγή μολύνθηκε και ο Ριχάρδος αρρώστησε.
Αποδυναμωμένος, ζήτησε να φέρουν μπροστά του τον τοξότη.
Του παρουσίασαν ένα νεαρό αγόρι που του αποκάλυψε ότι είχε σκοπό να σκοτώσει τον Ριχάρδο, επειδή ο Βασιλιάς είχε εκτελέσει τον πατέρα και τους αδελφούς του.
Το αγόρι περίμενε ότι θα το εκτελούσαν, αλλά ο Ριχάρδος τον συγχώρεσε και διέταξε να το αφήσουν ελεύθερο και να του δώσουν και 100 σελίνια.

Στις 6 Απριλίου του 1199, ο Ριχάρδος ξεψύχησε στην αγκαλιά της μητέρας του.
Τον διαδέχτηκε ο αδελφός του, Ιωάννης, που τελικά κατάφερε να βασιλέψει νόμιμα.
Ο νεαρός τοξότης συνελήφθη από μισθοφόρους, οι οποίοι παράκουσαν τη διαταγή του βασιλιά και τον έγδαραν ζωντανό.

Της Αθηνάς Τζίμα

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here