Τον Νοέμβριο του 1989, μία αλλόκοτη είδηση κυκλοφόρησε στα νέα της Κύπρου. Ένας γέρος-πρόσφυγας είχε καταδικαστεί σε φυλάκιση δύο μηνών, γιατί η μάντρα στην οποία έμενε με τη σύζυγό του ήταν παράνομη.

Ο Κυπριανός Παρτασής, ήταν 96 ετών όταν οι αρχές τον οδήγησαν στις κεντρικές φυλακές, επειδή αρνήθηκε να γκρεμίσει το σπίτι του, που ενοχλούσε τους γείτονες.
Δεν είχε ενοχλήσει κανέναν, όμως το Δικαστήριο έπρεπε να δράσει αντικειμενικά. Τον καταδίκασε σε δίμηνη φυλάκιση για μια υπόθεση που είχε ξεκινήσει από το 1987.

Η προεδρική χάρη

Η είδηση έκανε την κυπριακή κοινωνία να δυσανασχετήσει τόσο, που εφημερίδες ζήτησαν την παρέμβαση του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ο Πρόεδρος Βασιλείου, έδωσε διαταγή να αφεθεί ελεύθερος ο κ. Κυπριανός με προεδρική χάρη.
Παρέμεινε τρεις μέρες στη φυλακή και μετά με ένα καινούριο κουστούμι που του έκανε δώρο ο διευθυντής των φυλακών και ένα ζευγάρι αθλητικά παπούτσια, επισκέφθηκε το Προεδρικό Μέγαρο ως επίσημος προσκεκλημένος.

Ο Κυπριανός Παρτασής με το νέο του κουστούμι και η Μαρία Παρτασή κουβαλά ένα νεογέννητο αρνάκι στη μάντρα της

«Ελαφριά η βότκα, κάμνει τζιαι για τις γυναίτζιες»

Με βουρκωμένα μάτια έφτασε στο Προεδρικό.
Καθισμένος δίπλα στον Πρόεδρο άρχισε να του λέει με έκπληξη πως τέτοιο πράγμα στα 96 του δεν το περίμενε.
Ο Πρόεδρος Βασιλείου, ρώτησε τον Κυπριανό τι να τον κεράσει.
-«Ζιβανία Πρόεδρε», είπε αλλά επειδή δεν υπήρχε, συμβιβάστηκε με βότκα.
Άρχισε τότε να εξιστορεί το «πάθημά» του, με παράπονο.

Ο γερο-Κυπριανός με τον Πρόεδρο Βασιλείου και κυβερνητικούς λειτουργούς στο Προεδρικό Μέγαρο μετά την αποφυλάκισή του

«Είμαι τόσο χρονών τζιαι έτσι δουλειά εν τη εξανάπαθα. Μήτε γιατρό εν είχα πάει στη ζωή μου, τζιαι επήα τωρά στων φυλακών». Κι ενώ μιλούσε και άδειαζε το ποτήρι, ζήταγε για να συνεχίσει την ιστορία του «Γύρ’ μου αλλό μια Πρόεδρε, τζιαι εν πολλά ελαφριά η βότκα κάμνει τζιαι για τις γυναίτζιες».
Πριν φύγει από το Προεδρικό ο γερο-Κυπριανός, ο Πρόεδρος υποσχέθηκε πως θα του έκτιζε μία μάντρα, όπου την ήθελε εκείνος.

Από τη Λάπηθο στη Λεμεσό με τα πόδια

Ο σχεδόν αιωνόβιος παππούς, ζούσε στη Λάπηθο με τη σύζυγό του Μαρία. «Είχαμεν τα πάντα τζιαμέ, τα πρόβατά μας, τα δέντρα μας, τα χωράφκια μας. Δε τωρά, τίποτες, ούτε τόπο να βοσκήσω τις κουέλλες μου εν έχω», έλεγε με παράπονο μετά την αποφυλάκισή του.
Τον Αύγουστο του 1974, όταν έγινε η δεύτερη εισβολή, ο γερο-Κυπριανός, πήρε τη γυναίκα του, το κοπάδι του κι άρχισε να περπατά.
Τους σταμάτησαν όμως Τούρκοι στρατιώτες στο Καπούτι, τους πήραν το κοπάδι και τους

Η κ. Μαρία Παρτασή, δείχνει στον φωτογραφικό φακό τα κεντήματά της και λέει «θέλει νουν τζιαι τέχνη να κεντήσεις σήμερα»

άφησαν να φύγουν με τα Ηνωμένα Έθνη.
Το ζεύγος Παρτασή, έφτασε στη Λεμεσό κι έζησε για λίγο καιρό με την κόρη τους. Όμως «δεν ήθελα να είναι βάρος» και βρήκαν ένα χωράφι, όπου έστησαν με τα χέρια τους μία πρόχειρη μάντρα. Οι γείτονες έκαναν παράπονα για τις κοπριές και τα ζώα που βοσκούσαν και η «έξωση» ήρθε με καθυστέρηση από το 1977.

Ο «τραυματισμός» της Δικαιοσύνης

Αν και η κοινή γνώμη ευχαριστήθηκε με την απονομή Προεδρικής χάριτος, στον 96χρονο Κυπριανό, το Ανώτατο Δικαστήριο και ο Παγκύπριος Δικηγορικός Σύλλογος είχαν άλλη άποψη.
Με ανακοινώσεις, εξέφρασαν τη διαφωνία τους για τον τρόπο με τον οποίο ο Πρόεδρος άσκησε το συνταγματικό του δικαίωμα για απονομή χάριτος. Τόνισαν δε ότι με αυτή την κίνηση δόθηκε η εντύπωση πως η Δικαιοσύνη «έδρασε αυθαίρετα» και «πληγώθηκε».
Η χάρη όμως είχε ήδη δοθεί κι ο γερο-Κυπριανός έπινε ήσυχος τη ζιβανία του με τις κουέλλες και τα πρόβατά του.

Φωτογραφίες-Πληροφορίες: Το Περιοδικό 

Διαβάστε επίσης στη ΜτΧ: Οι αφρικανοί της Κύπρου που αγάπησαν τον νησί. Ο «Γιωσήφης ο Μαύρος» που πέθανε στα 138 και ως τα 100 είχε ερωμένη 

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here