Ο Ζακ-Λουί Νταβίντ ξεκίνησε ως το χαϊδεμένο παιδί της Γαλλικής Ακαδημίας κι αγαπημένος της αριστοκρατίας.
Αργότερα όμως αναμείχθηκε ενεργά στη Γαλλική επανάσταση, σχεδίασε προπαγανδιστικά θεάματα κι υπέγραψε θανατικές καταδίκες.

Τη δεκαετία του 1790, είχε αποκτήσει την εύνοια των αριστοκρατών, που του ζητούσαν να τους ζωγραφίζει, όταν τον παρέσυρε η δίνη των γεγονότων.
Το καλοκαίρι του 1798, ο Λουδοβίκος 16ος συγκάλεσε τη Γενική Συνέλευση, ένα είδος γαλλικού κοινοβουλίου, για να αναδομήσει το κράτος.

Όταν η μεταρρύθμιση εμποδίστηκε, η μεσαία τάξη και οι αγρότες, γνωστοί ως “Τρίτη Εξουσία”, αποχώρησαν κι ίδρυσαν την Εθνοσυνέλευση που εκπροσωπούσε το “λαό”.
Ο βασιλιάς προσπάθσε ν’ ανακτήσει τον έλεγχο κλειδώνοντας τις πόρτες της συνέλευσης, αλλά οι εκπρόσωποι πήγαν σ’ ένα παραπλήσιο εσωτερικό γήπεδο τένις, όπου πήραν όρκο να μην διαλυθούν μέχρι να δώσουν σύνταγμα στη Γαλλία.

Δεν ξέρουμε αν ο Νταβίντ ήταν παρών στον όρκο, αλλά του ζητήθηκε να τον απαθανατίσει με έναν μνημειώδη πίνακα.
Έκανε κάποια σχέδια, αλλά τα γεγονότα ήταν πιο γοργά από την τέχνη.
Όταν άρχισε να ζωγραφίζει, πολλοί βασικοί συμμετέχοντας είχαν εξοριστεί ή εκτελεστεί.

Θα μπορούσαμε να πιστέψουμε ότι ο Νταβίντ έγινε επαναστάτης για λόγους αρχής, αλλά τα κίνητρά του ήταν λιγότερο υψηλά.
Κρατούσε κακία στους επικεφαλής της Γαλλικής Ακαδημίας που δεν τον είχαν ορίσει διευθυντή της Ακαδημίας στη Ρώμη κι αρνήθηκαν να οργανώσουν έκθεση στη μνήμη ενός πρόωρα χαμένου μαθητή του.
Αρχικά ο Νταβίντ είδε την έκθεση ως ευκαιρία για να επιτεθεί στην Ακαδημία, την οποία αποκήρυξε ως “δεσποτική”.
Τελικά θριάμβευσε το 1973, όταν η Ακαδημία έκλεισε.

Φονικό στη Μπανιέρα

Η εμπλοκή με τους επαναστάτες συγκλόνισε τον Νταβίντ, που σύντομα απέκτησε ριζοσπαστικές ιδέες.
Λέγεται ότι “παραληρούσε” από επαναστατικό πυρετό.
Το 1792 εξελέγη στην Εθνοσυνέλευση και στις αρχές του 1793 ψήφισε υπέρ της εκτέλεσης του Λουδοβίκου 16ου.
Έθεσε την καλλιτεχνική του δεινότητα στην υπηρεσία της επανάστασης, σχεδιάζοντας προπαγανδιστικά θεάματα και ζωγράφισε μια σειρά έργα που μνημόνευαν τους θανάτους δημοκρατικών “μαρτύρων”.
Το πιο διάσημο, “Η Τελευταία Πνοή του Μαρά”, είναι γνωστό σήμερα ως ο “Θάνατος του Μαρά”.

Ο Ζαν-Πολ Μαρά ήταν ένας ριζοσπάστης δημοσιογράφος που ίδρυσε την εφημερίδα “Ο Φίλος του Λαού”, η οποία λειτούργησε ως βήμα καταγγελίας αυτών που θεωρούνταν εχθροί του λαού. Όλοι όσοι κατηγορούσε, κατέληξαν στη λαιμητόμο.
Το 1793, η νεαρή επαναστάτρια Σαρλότ Κορντέ οργίστηκε από την κυριαρχία του Τρόμου κι αποφάσισε να σταματήσει τον γνωστότερο υποστηρικτή της: τον Μαρά.
Οπλισμένη με χασαπομάχαιρο, πήγε στο σπίτι του.
Ο Μαρά, ο οποίος υπέφερε από δερματική ασθένεια, αναπαυόταν σ’ ένα δροσερό λουτρό, που ανακούφιζε τη φαγούρα του.
Η Κορντέ μπήκε με το πρόσχημα ότι θα έδινε ονόματα αντεπαναστατών προδοτών.
Του έδωσε ένα φύλλο χαρτί, έβγαλε το μαχαίρι και τον χτύπησε μέχρι θανάτου.
Τέσσερις μέρες αργότρα οδηγήθηκε στη λαιμητόμο.

Την παραμονή της δολοφονίας, ο Νταβίντ είχε επισκεφθεί τον Μαρά στην μπανιέρα του και τον είχε μάλιστα υπερασπιστεί όταν κάποιοι εισηγήθηκαν την εκτέλεσή του, φωνάζοντας:
“Απαιτώ να με δολοφονήσετε. Κι εγώ ενάρετος είμαι!”
Τα μέλη της Εθνοσυνέλευσης ζήτησαν από τον Νταβίντ να απαθανατίσει τη δολοφονία και ο πίνακας δείχνει τον Μαρά στο μπάνιο του, καλυμμένο με σεντόνι, με το πάνω μέρος του σώματός του να γέρνει στο πλάι ενώ το νερό βάφεται με αίμα.
Ο πίνακας βέβαια παρουσιάζει τον Μαρά ως νεαρό Ρωμαίο μάρτυρα, όχι μεσήλικα γκρινιάρη με δερματική ασθένεια.

Σε δέκα μήνες, ο Τρόμος αφαίρεσε σχεδόν 40 χιλιάδες ζωές.
Τελικά ο κεντρικός εγκέφαλος, Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος, έμεινε χωρίς υποστηρικτές και τον Ιούλιο του 1794, ο ίδιος και οι συνεργάτες του συνελήφθησαν, δικάστηκαν και εκτελέστηκαν.
Ο Νταβίντ πήγε στη φυλακή, όπου αμέσως ισχυρίστηκε ότι είχε εξαπατηθεί από την προσωπικότητα του Ροβεσπιέρου.
Αφού μπαινόβγαινε στη φυλακή για ενάμιση χρόνο, του δόθηκε αμνηστεία τον Οκτωβρίο του 1795.

Ο Αυτοκράτωρ κι εγώ

Ο Νταβίντ αποφάσισε να μείνει εκτός πολιτικής και για ένα διάστημα το τήρησε.
Το 1797 παρευρέθηκε σε συμπόσιο προς τιμήν του ανερχόμενου Ναπολέοντα Βοναπάρτη, που η λάμψη του έκανε τον Νταβίντ να πει: “Ο Βοναπάρτης είναι ο ήρωας μου!”
Καθώς ο Ναπολέων αποκτούσε δύναμη, ο Νταβίντ ζωγράφιζε πορτρέτα, όπως το “Ο Βοναπάρτης διασχίζει το πέρασμα του Αγίου Βερνάρδου”, όπου ο ήρωας, ντυμένος με γαλάζιο και χρυσό, ιππεύει ένα άλογο που στέκει στα πίσω πόδια.
Ο Ναπολέων βέβαια ίππευε μουλάρι, αλλά ο Νταβίντ έκανε ελεύθερη απόδοση για να δώσει μία αίσθηση ισχύος και μεγαλείου.
Το επόμενο μείζον έργο του ήταν ένας τεράστιος μουσαμάς με την αυτοκρατορική στέψη του Ναπολέοντα, που τον ολοκλήρωσε το 1806.

Η στέψη ήταν το ζενίθ του Ναπολέοντα αλλά και του Νταβίντ.
Από εκεί και μετά, ήλθε η κάτω βόλτα. Το 1812 ο Ναπολέων εισέβαλε στη Ρωσία, κάτι που σήμαε το τέλος της κυριαρχίας του.
Όταν επέστρεψεαν μόνο 20.000 από τους 60.000 στρατιώτες, οι εχθροί του επιτέθηκαν, ο Ναπολέων ηττήθηκε και οι Βουρβόνοι βασιλείς ανέκτησαν τον θρόνο.

Αν και αρχικά ο Νταβίντ δεν πήρε θέση, όταν ο Ναπολέων απέδρασε από την εξορία και επέστρεψε στο Παρίσι θριαμβευτής, ο ζωγράφος έσπευσε να υποβάλει τα σέβη του.
Όμως το Βατερλώ ανάγκασε τον πρώην αυτοκράτορα σε μόνιμη πια εξορία, οι Βουρβόνοι επέστρεψαν ξανά κι ο Νταβίντ εγκατέλειψε το Παρίσι.

Ο καλλιτέχνης εγκατάσταθηκε στις Βρυξέλλες.
Παρ’ ότι ο βασιλιάς δήλωσε ότι αν ζητούσε συγγνώμη θα γινόταν δεκτός, ο Νταβίντ απάντησε αξιοπρεπώς: “Μην μου ξαναπείτε τι πρέπει να κάνω ώστε να γυρίσω. Δεν πρέπει να κάνω τίποτε. Ό,τι έπρεπε να κάνω για τη χώρα μου, το έχω κάνει”.
Συνέχιζε να ζωγραφίζει μέχρι που η υγεία του τον πρόδωσε το 1825.
Πέθανε στην αγκαλιά του γιου του στις 29 Δεκεμβρίου.

ΠΗΓΗ: «Η Μυστική Ζωή των Μεγάλων Ζωγράφων» από τις εκδόσεις «ΑΙΩΡΑ».

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here