«Όταν η Χαμπού πέθανε, οι παπάδες αρνήθηκαν να κάμουν την τελετή της κηδείας. “Δεν είναι χριστιανή, είπαν. Απόδειξη πως δε βάφτισε τα παιδιά της».

Στην Κύπρο της δεκαετίας του ΄60, ο έρωτας μεταξύ Τουρκοκύπριων και Ελληνοκύπριων έμοιαζε κάτι περισσότερο από σενάριο ταινίας, αφού ειδικά εκείνη την περίοδο, οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο κοινότητες ήταν τεταμένες. Πολύ περισσότερο όμως, η συνύπαρξη και ο γάμος μεταξύ μουσουλμάνων και χριστιανών ήταν κάτι το οποίο φάνταζε πολύ απομακρυσμένο.

Η ιστορία της  «απαγορευμένης» αγάπης μεταξύ του Χασάν Μουσταφά και της Χαραλαμπία Μπουρνουξούζη – Χριστοδούλου, ξεκινά από τη δεκαετία του ΄50.
Ο πατέρας του 10χρονου τότε Χασάν, του ανακοίνωσε ότι θα πάει να δουλέψει ως «μισταρκός» (εργάτης) σε έλληνες φίλους του στο χωριό Ανδρολύκου και ότι από εκείνη την ώρα αυτοί θα ήταν και οι γονείς του.

Ο Τ/Κ πατέρας του Χασάν εξήγησε στο παιδί του ότι η μόνη διαφορά μεταξύ των δύο οικογενειών, είναι ότι «αυτοί λένε «Χριστέ μου» και «Παναγία μου». Ο Θεός είναι ένας! Αυτοί τον λένε Χριστό και εμείς Αλλάχ».

Στα χρόνια που ακολούθησαν, οι σχέσεις ανάμεσα στις δύο κοινότητες οξύνθηκαν και συγκρούσεις βρίσκονταν στην ημερήσια διάταξη. Ο Χασάν και η Χαραλαμπία μετά από κάποιο διάστημα που γνωρίζονταν, έκαναν το «μεγάλο λάθος» και ερωτεύτηκαν.

Ο Χασάν και η Χαμπού

Η παρ΄ολίγον σύγκρουση και η παρέμβαση του Μακάριου

Όπως ανέφερε χρόνια αργότερα ο Πανίκος Χρυσάνθου, φίλος του Χασάν, οι ελληνοκύπριοι συγχωριανοί της «Χαμπούς» δεν ήταν εύκολο να δεχθούν ότι  μία χριστιανή θα αγαπήσει έναν «αλλόθρησκο».

Η σύγκρουση μεταξύ Τ/Κ και Ε/Κ των χωριών Δρούσεια και Ανδρολύκου ήταν πολύ κοντά, αφού οι κάτοικοι της Δρούσειας και συγχωριανοί της Χαμπούς, πήγαν οπλισμένοι με δίκαννα και άλλα γεωργικά εργαλεία για να την πάρουν πίσω. Τότε, η αστυνομία και ο στρατός (ήταν μεικτός τότε) παρενέβησαν και έτσι η ένοπλη σύγκρουση απετράπη την τελευταία στιγμή.

Η είδηση έφτασε γρήγορα στο Προεδρικό και στον Μακάριο, ο οποίος, σύμφωνα με τον Γιαννάκη Ταλιώτη κάτοικο του χωριού, πήρε θέση για το συμβάν. Ο Μακάριος είχε πει συγκεκριμένα: «Μωρέ θα φτωχύνει ο Χριστός ή θα πλουσιεύσει ο Μωάμεθ, αν αυτοί οι δύο βοσκοί στον Ακάμα παντρευτούν . Φύγετε άστε τους να πάρουν το δρόμο τους.»

Η εισβολή του 1974 και η άρνηση του Χασάν να «εγκαταλείψει’

Μετά την τουρκική εισβολή και συγκεκριμένα το 1975, οι τουρκοκύπριοι κάτοικοι της Ανδρολύκου εγκατέλειψαν το χωριό και έφυγαν για τον «βορρά». Ο μόνος που δεν εγκατέλειψε το χωριό του ήταν ο Χασάν, αφού δεν μπορούσε να αφήσει την αγαπημένη του γυναίκα.

Ο Πανίκος Χρυσάνθου είχε αναφέρει χαρακτηριστικά: Έζησαν μόνοι σε ένα έρημο χωριό, που μετατράπηκε σε μια απέραντη μάντρα. «Ήταν ένα είδος εξορίας, επειδή αγάπησαν. Στον τοίχο του σπιτιού τους ήταν πάντα κρεμασμένες εικόνες της Παναγίας. “Η γεναίκα μου εν Χριστιανή”, έλεγεν ο μουσουλμάνος Χασάνης. “Ο άθρωπος ό,τι πιστεύκει πιστεύκει.

Η υπόσχεση

Τα χρόνια πέρασαν και το 2007 η Χαμπού νοσηλευόταν βαριά άρρωστη στο Νοσοκομείο Λευκωσίας. Ο Πανίκος, μία μέρα είχε πάει ο ίδιος τον Χασάν στο νοσοκομείο για να δει τη γυναίκα του και αποκάλυψε τη συγκλονιστική συνομιλία του ζευγαριού λίγο πριν η Χαμπού «φύγει» για πάντα. «Ο Χασάνης της μίλησε με πολλή διακριτικότητα για τον θάνατο. Ήμουν μπροστά. Της είπε περίπου τα εξής: «Ρε γυναίκα, να σε ρωτήσω κάτι και μη με παρεξηγήσεις. Δεν ξέρουμε ποιος θα πεθάνει πρώτος, μπορεί να σαι εσύ, μπορεί να μαι εγώ. Ο γιος μας είπεν μου, πως του είπες ότι αν πεθάνεις, θέλεις να θαφτείς στο χωριό σου. Είναι αλήθεια; Πέμου να ξέρω!» Η Χαμπού του απάντησε ότι δεν είναι αλήθεια. «Εκεί που θα θαφτείς εσύ θέλω να θαφτώ και εγώ» του είπε. «Μαζί στην ζωήν μαζί και στον θάνατον». Το μόνο που του ζήτησε, ήταν να της κάνουν χριστιανική κηδεία. Ο Χασάνης της το υποσχέθηκε!»

Ο Χασάν σε βουνό πάνω από το χωριό Ανδρολύκου στις 11/01/1997

Η Χαμπού είχε πεθάνει, αλλά η εκκλησία στο χωριό και οι παπάδες αρνήθηκαν να της κάνουν κανονική κηδεία. «Οι συγχωριανοί της την είχαν απαρνηθεί. «Όταν η Χαμπού πέθανε, αρνήθηκαν να κάμουν την τελετή της κηδείας. “Δεν είναι χριστιανή, είπαν. Απόδειξη πως δε βάφτισε τα παιδιά της”, είχε πει ο Πανίκος Χρυσάνθου.

Ο Χασάν ήταν αποφασισμένος να πείσει την εκκλησία να κάνουν κανονικά την κηδεία, αφού είχε δώσει στην αγαπημένη του γυναίκα, υπόσχεση ζωής. Έφτασε μέχρι τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Χρυσόστομο, με τη συγκατάθεσή του οποίου η Χαμπού κηδεύτηκε στο διπλανό χωριό και θάφτηκε στην Ανδρολύκου, από τον ίδιο τον Χασάν.
Έφτιαξε ένα μικρό χώρο ακριβώς δίπλα στο μουσουλμανικό νεκροταφείο της Ανδρολύκου, το έφραξε και την έθαψε εκεί. «Της έφτιαξε τζιβούρι και σταυρό. Κι έδωσε εντολή, όταν έρθει κι η σειρά του να τον θάψουν δίπλα στην Χαμπού και να βάλουν στον τάφο του τη μουσουλμανική πέτρα – ruhuna fatiha». Στον φίλο του Πανίκο είχε αναθέσει να βάλει ανάμεσα στους δύο τάφους μια κυπριακή σημαία, κάτι το οποίο έγινε τον Ιούνιο του 2014 όταν ο Χασάν «έφυγε» από τη ζωή.

Στην κοινότητα της Ανδρολύκου υπάρχει το μοναδικό νεκροταφείο στην Κύπρο, στο οποίο έχουν ταφεί μουσουλμάνος Τουρκοκύπριος και χριστιανή Ελληνοκύπρια.

Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από ΚΥΠΕ, Πανίκο Χρυσάνθου και Cyprus Times
Φωτογραφίες ©Panicos Chrysanthou/ Art Images

Διαβάστε επίσης: Η ιστορία δυο νέων που αυτοκτόνησαν από έρωτα τη δεκαετία του ΄30, επειδή δεν τους άφηνα να παντρευτούν. Η κηδεία τους έγινε βουβό συλλαλητήριο και συγκλόνισε την Αθήνα…

 

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here