Η “Γυναίκα Πίθηκος”, η “Γυναίκα Αρκούδα” και η  “Κυρία Μπαμπουίνος” ήταν μερικά από τα ονόματα με τα οποία αποκαλούσαν την Τζούλια Παστράνα.
Μία γυναίκα που γεννήθηκε με υπερτρίχωση και έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης ακόμα και από το σύζυγό της, τόσο κατά τη διάρκεια της ζωής της όσο και μετά το θάνατό της.
Τον 19ο αιώνα στην Ευρώπη την αντιμετώπιζαν ως την πιο άσχημη γυναίκα του κόσμου. Η Τζούλια Παστράνα σταμάτησε να είναι αντικείμενο έκθεσης και αναπαύθηκε 153 χρόνια μετά το θάνατό της.
Η Τζούλια γεννήθηκε το 1834 στη Σιναλόα του Μεξικού με υπερτρίχωση, μία άγνωστη για εκείνη την εποχή γενετική παραμόρφωση.
Το πρόσωπο και το σώμα της ήταν καλυμμένα από τρίχες, το σαγόνι της ήταν προτεταμένο, τα χείλη και η μύτη της ασυνήθιστα μεγάλα.
Η Παστράνα μεγάλωσε στο σπίτι του Πέδρο Σάντσες, κυβερνήτη της Σιναλόα, ο οποίος όταν έμαθε για την ασυνήθιστη εμφάνισή της, την πήρε ως υπηρέτρια.
Έμεινε εκεί μέχρι τα 20 της χρόνια, όταν γνώρισε τον M. Ρέιτς, o οποίος την έπεισε να τον ακολουθήσει στις Ηνωμένες Πολιτείες  για να δίνει παραστάσεις.
Η Τζούλια τραγουδούσε, χόρευε και διασκέδαζε το κοινό της.
Η καριέρα της ξεκίνησε το 1854 από το Gothic Hall στο Μπρόντγουεϊ, όπου παρουσιάστηκε ως “Το Υπέροχο Υβρίδιο ή η Γυναίκα Αρκούδα”, φορώντας κόκκινο φόρεμα και τραγουδώντας ισπανικά παραδοσιακά τραγούδια.
Στη Νέα Υόρκη η Τζούλια Παστράνα προκάλεσε το ενδιαφέρον πολλών γιατρών και επιστημόνων.
Ο γιατρός Αλεξάντερ Μοτ όταν την εξέτασε τη χαρακτήρισε ως “ένα από τα πιο ασυνήθιστα πλάσματα αυτής της εποχής, κάτι ανάμεσα σε άνθρωπο και ουρακοτάγκο”.
Πραγματοποίησε περιοδεία σε πολλές πόλεις των ΗΠΑ. Όταν πήγαν στο Κλίβελαντ, ο γιατρός Μπρέινερντ που την εξέτασε, τη χαρακτήρισε «είδος υπό εξαφάνιση». Όλα αυτά προστέθηκαν στα φυλλάδια των σόου της ώστε να προσελκύεται κόσμος.
Λίγο αργότερα, το 1854, γνώρισε τον Θίοντορ Λεντ, ο οποίος έγινε ο νέος της μάνατζερ. Μαζί γύρισαν τις ΗΠΑ  και την Ευρώπη. Ο Λεντ φοβούμενος ότι θα χάσει την Παστράνα και μαζί της τα χρήματα από τα σόου της, την παντρεύτηκε το 1857.
Δεν ήταν, όμως, καλός μαζί της. Την έβαζε να κάνει συνέχεια εξετάσεις, την ημέρα δεν την άφηνε να βγαίνει από το σπίτι και ήθελε να έχει τον πλήρη έλεγχο στη ζωή της.
Στα τέλη του 1859, η Τζούλια ανακάλυψε ότι ήταν έγκυος. Τον Μάρτιο του 1860 γέννησε ένα αγοράκι, το οποίο είχε την ίδια ιδιομορφία με τη μητέρα του. Το μωρό όμως, δεν τα κατάφερε και πέθανε 35 ώρες μετά τη γέννηση του.
Πέντε ημέρες αργότερα πέθανε και η Τζούλια.
Ο Λεντ την εκμεταλλεύτηκε για να βγάλει χρήματα ακόμα και μετά το θάνατό της.
Πούλησε το σώμα της και το σώμα του νεκρού παιδιού τους στον καθηγητή Σούκολοφ του Πανεπιστημίου της Μόσχας. Εκείνος, αφού τα ταρίχευσε, τα έβαλε στο Μουσείο Ανατομίας του πανεπιστημίου, το οποίο προσέλκυε πάρα πολύ κόσμο.
Όταν ο Λεντ έμαθε το κέρδος που έβγαζαν από τη νεκρή Τζούλια και το νεκρό παιδί τους, κίνησε νομικές διαδικασίες για να τους πάρει πάλι πίσω – και τα κατάφερε.
Το 1862 ο Θίοντορ Λεντ γύρισε στην Αγγλία, όπου εξέθεσε τα ταριχευμένα σώματά τους. Η Τζούλια ήταν ντυμένη με ένα από τα κοστούμια που φορούσε στα σόου της και το παιδί είχε τοποθετηθεί στα αριστερά της, ντυμένο ναύτης.
Όταν τα εκθέματα άρχισαν να χάνουν το ενδιαφέρον του κοινού, τα νοίκιασε στο Μουσείο Περίεργων Πραγμάτων στην Αγγλία. Το 1864, τα πήρε για να τα εκθέσει στην Σουηδία.
Εκεί γνώρισε μία γυναίκα που είχε την ίδια παραμόρφωση με την Τζούλια. Την παντρεύτηκε και άρχισαν να περιοδεύουν.
Την παρουσίαζε ως Ζενόρα Παστράνα, αδερφή της Τζούλια. Για ένα διάστημα, έπαιρναν στα σόου τους και τα δύο ταριχευμένα σώματα, ώσπου τα έδωσε σε μουσείο στη Βιέννη και άρχισε να ισχυρίζεται ότι η Ζενόρα και η Τζούλια είναι το ίδιο πρόσωπο.
Στις αρχές του 1880 το ζεύγος αποσύρθηκε στην Αγία Πετρούπολη και αγόρασε Μουσείο κέρινων ομοιωμάτων.
Μπορεί ο Λεντ να είχε μαζέψει αρκετά χρήματα έπειτα από όλα αυτά, αλλά δεν πρόλαβε να τα απολαύσει. Λίγο μετά τη συνταξιοδότησή του, κλείστηκε σε σανατόριο και το 1884 πέθανε.
Το 1888 η Ζενόρα αποφάσισε να φύγει από τη Ρωσία και να πάει στο Μόναχο, όπου για περίπου ένα χρόνο πραγματοποιούσε παραστάσεις με το σώμα της Παστράνα και του παιδιού της για αποδείξει ότι δεν ήταν η Τζούλια.
Η Τζούλια και το παιδί της πέρασαν από πολλά χέρια μέχρι που το 1921 τα αγόρασε ο Κ. Λαντ για το νορβηγικό “Θάλαμο Τρόμου”.
Το 1943 κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, έλαβε την διαταγή να καταστρέψει τον «Θάλαμο του Τρόμου»,  αλλά τελικά έπεισε τους ναζί ότι η “Γυναίκα Πίθηκος” θα ενίσχυε οικονομικά το Γ’ Ράιχ.

Τα ταριχευμένα σώματα, κατά τη δεκαετία του 1950, κρατήθηκαν σε αποθήκη. Κατά τη δεκαετία του 1970 άρχισαν πάλι να χρησιμοποιούνται για μικρές περιοδείες, ώσπου το 1873 στην Σουηδία απαγορεύτηκε η έκθεση πτωμάτων για κέρδος.
Ο Λαντ έβαλε τα πτώματα της Τζούλια και του γιου της σε αποθήκη κοντά στο Όσλο. Τρία χρόνια αργότερα βανδαλίστηκαν από εφήβους που νόμιζαν ότι ήταν ψεύτικες κούκλες. Το ταριχευμένο σώμα του παιδιού καταστράφηκε εντελώς.
Το 1990 η υπόθεση ήρθε πάλι στο προσκήνιο, προκαλώντας διαφωνίες μεταξύ δημοσιογράφων και ακαδημαϊκών για το εαν η Τζούλια πρέπει να ταφεί ή να κρατηθεί για περαιτέρω επιστημονικές εξετάσεις.
Αποφασίστηκε να μην ταφεί και τη μετέφεραν στο Ινστιτούτο Ιατρικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο του Όσλο, το 1997.
Η Μεξικανή καλλιτέχνης Λάουρα Άντερσον Μπαρμπάτα ξεκίνησε εκστρατεία, το 2005, για να επιστραφεί το σώμα της Τζούλια στο τόπο όπου γεννήθηκε.
Ο επαναπατρισμός της έγινε τελικά δεκτός και τον Φεβρουάριο του 2013, δηλαδή 153 χρόνια μετά το θάνατό της, θάφτηκε στο νεκροταφείο της Σιναλόα.
Η Τζούλια Παστράνα παρά την περίεργη εμφάνισή της, εντυπωσίασε για τη χάρη και το ταλέντο της. Οι άνθρωποι γύρω της την χρησιμοποίησαν για να βγάλουν χρήματα, αντιμετωπίζοντάς την ως αντικείμενο, ως παράξενο έκθεμα. Χρειάστηκαν πολλά χρόνια για να αναπαυθεί εν ειρήνη.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Ο άνθρωπος με τα τρία πόδια, τις τέσσερις πατούσες, τα δεκαέξι δάχτυλα και τα δύο γεννητικά όργανα. Έζησε αρχές του περασμένου αιώνα και έγινε «αξιοθέατο» σε τσίρκο. Απέκτησε τέσσερα παιδιά και είχε μια φυσιολογική ζωή

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here