Ο θεσμός της θερινής ώρας καθιερώθηκε στην Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 1970 όταν τα οξυμένα ενεργειακά προβλήματα μας ανάγκασαν να βρούμε τρόπους εξοικονόμησης της ενέργειας.

Σύμφωνα δηλαδή με τον θεσμό αυτόν την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου προσθέτουμε μία πλασματική ώρα στις κανονικές ώρες κάθε ωριαίας ατράκτου την οποία αφαιρούμε και πάλι την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου.
Μ’ αυτόν τον τρόπο όταν έχουμε θερινή ώρα ο Ήλιος δύει μία ώρα αργότερα (σύμφωνα με τα διορθωμένα ρολόγια μας) οπότε ελαττώνεται και ο χρόνος που περνάει ανάμεσα στην δύση του Ήλιου και της ώρας που πάμε για ύπνο.
Αυτό σημαίνει ότι καταναλώνουμε λιγότερο ηλεκτρικό ρεύμα για τις διάφορες δραστηριότητές μας απ’ ότι αν αφήναμε την ώρα όπως έχει. Τους χειμερινούς όμως μήνες δεν υπάρχει καμία διαφορά στην κατανάλωση του ηλεκτρικού γιατί απλούστατα ο Ήλιος δύει πολύ νωρίτερα και ανατέλλει πολύ αργότερα οπότε δεν έχουμε καμία εξοικονόμηση ενέργειας με την πλασματική προσθήκη της μίας ώρας στα ρολόγια μας.

Μελέτες που έχουν γίνει απέδειξαν ότι στη διάρκεια της περιόδου εφαρμογής της Θερινής Ώρας οι θάνατοι των πεζών από τροχοφόρα δυστυχήματα ελαττώνονται κατά τέσσερις φορές!
Έτσι η ιδέα της Θερινής Ώρας, που για πρώτη φορά εισηγήθηκε ο Βενιαμίν Φραγκλίνος το 1784, έχει πολλαπλά οφέλη πέρα από την εξοικονόμηση ενέργειας.

Βενιαμίν Φραγκλίνος
Βενιαμίν Φραγκλίνος

Την πρώτη σοβαρή εισήγηση για την θεσμοθέτηση της Θερινής Ώρας έκανε ένας Λονδρέζος κατασκευαστής, ο Γουϊλιαμ Γουϊλετ, το 1907. Τελικά η Θερινή Ώρα εφαρμόστηκε στην Αγγλία το 1916, ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Γουϊλετ.
Στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου η αλλαγή της ώρας εφαρμόστηκε με την προσθήκη δύο ωρών το καλοκαίρι και μίας ώρας τον χειμώνα με αποτέλεσμα την εξοικονόμηση μεγάλων ποσοτήτων ενέργειας.
Όλα αυτά όμως σημαίνουν ότι την τελευταία Κυριακή του Μαρτίου, η ημέρα δεν θα έχει διάρκεια 24 ωρών αλλά μόνο 23 ώρες, αν και την ώρα που θα «χάσουμε» θα την προσθέσουμε την τελευταία Κυριακή του Οκτωβρίου οπότε η ημέρα εκείνη θα έχει διάρκεια 25 ωρών.

Ο διαχωρισμός της ημέρας σε 24 ώρες οφείλεται στους Βαβυλώνιους, γιατί ο αριθμός 24 τους άρεσε πάρα πολύ, αφού ήταν ένας «όμορφος» αριθμός που μπορούσε να διαιρεθεί ακριβώς με 7 άλλους αριθμούς: 1,2,3,4,6,8 και 12.
Εμφανώς ήταν ένας «μαγικός» αριθμός που συνέπιπτε με το συνολικό αριθμό των 7 «πλανητών αστέρων» του ουρανού: του Ήλιου, της Σελήνης, και των ορατών με γυμνό μάτι (πραγματικών) πλανητών Ερμή, Αφροδίτης, Άρη, Δία και Κρόνου.
Η υποδιαίρεση λοιπόν της ημέρας σε ώρες (όπως και οι ημέρες της εβδομάδας που πήραν τις ονομασίες τους από τους 7 ορατούς με γυμνό μάτι «πλανήτες») είναι ένα ανθρώπινο κατασκεύασμα που έχει τις ρίζες του στο δωδεκαδικό σύστημα των Χαλδαίων.

Φυσικά η διάρκεια της ημέρας δεν είναι καθόλου αυθαίρετη και βασίζεται στην καθημερινή κίνηση που κάνει ο Ήλιος από την Ανατολή προς τη Δύση, και είναι αποτέλεσμα της περιστροφής της Γης γύρω από τον άξονά της.
Είναι πραγματικά αξιοθαύμαστο το γεγονός ότι ένα αντικείμενο που ζυγίζει έξι εξάκις εκατομμύρια τόνους περιστρέφεται ακριβώς σαν ένας τεράστιος τροχός με σταθερή ταχύτητα.
Παρ’ όλα αυτά, σήμερα για την ακριβή μέτρηση του χρόνου βασιζόμαστε στις παλινδρομικές κινήσεις των ατόμων για να κατασκευάσουμε τα πιο ακριβή ρολόγια που «χάνουν» ένα δευτερόλεπτο σε 10.000 χρόνια.

Αλλά μία πλήρης περιστροφή της Γης μπορεί να μετρηθεί και με την απλή τοποθέτηση ενός ραβδιού στο χώμα.
Στη διάρκεια της ημέρας μπορούμε να παρατηρήσουμε τη σκιά του ραβδιού και όταν θα έχει το μικρότερο μήκος της να σημειώσουμε τη θέση της με μια πέτρα.
Την άλλη ημέρα όταν η σκιά επιστρέψει στην πέτρα μπορούμε να πούμε ότι πέρασε μία ολόκληρη ημέρα, και μάλιστα μια ηλιακή ημέρα αφού μετρήθηκε με βάση τον Ήλιο.
Αυτός ήταν πραγματικά και ο τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος επί αιώνες μετρούσε το χρόνο.
Είναι η μέθοδος του ηλιακού ρολογιού.

Sundial_2r-e1388980268843

 

απόσπασμα από κείμενο του
 Διονύση Π. Σιμόπουλου,
Επίτιμου Διευθυντή του Ευγενιδείου Πλανηταρίου

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here