Πηγή: «Οι Μεγαλύτερες Καταστροφές της Ιστορίας» – Εκδόσεις: Κλειδάριθμος

Στη μακρόχρονη ιστορία της, από την ίδρυσή το 753 π.Χ. μέχρι την απελευθέρωσή της από τους Ναζί το 1944, η Ρώμη έπεσε στα χέρια ξένων κατακτητών πολλές φορές, αλλά μία κατάληψη της «αιώνας πόλης» ξεχώρισε: η πρώτη λεηλασία της από τους βάρβαρους το 410 μ.Χ.
Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στο τέλος του 4ου και στις αρχές του 5ου αιώνα δεν ήταν η ίδια, όπως κατά τον καιρό της ακμής της, τον 1ο και 20 αιώνα μ.Χ., όταν βρισκόταν υπό τη διακυβέρνηση επιτυχημένων αυτοκρατόρων όπως ο Αύγουστος, ο Αδριανός και ο Μάρκος Αυρήλιος.
Η αυτοκρατορία δεν είχε χάσει μεγάλο μέρος των εδαφών της, αλλά είχε σημαντικά προβλήματα, οικονομικά, πολιτικά και κοινωνικά, τα οποία λίγο έλειψε να οδηγήσουν στην κατάρρευση κατά την «κρίση του 3ου αιώνα», εξαιτίας νέος συνδυασμού εμφυλίων πολέμων, οικονομικών κρίσεων και βαρβαρικών εισβολών.

Ο αυτοκράτορας Διοκλητιανός διέσωσε την αυτοκρατορία και την έβαλε σε νέα πορεία μοιράζοντας την εξουσία σε τέσσερις ηγέτες, τους «τετράρχες».
Παρόλο που το σύστημα της τετραρχίας αποδείχθηκε «δυσκίνητο» και εγκαταλείφθηκε λίγο μετά τον θάνατο του Διοκλητιανού, καθιέρωσε την αρχή της διαίρεσης της αυτοκρατορικής εξουσίας, η οποία επισημοποιήθηκε αργότερα κατά τον χωρισμό της αυτοκρατορίας σε Δυτική και Ανατολική, με σύνορα που διέρχονταν από τις περιοχές των σύγχρονων κρατών της πρώην Γιουγκοσλαβίας.
Αν και Ρώμη εξακολουθούσε να είναι πρωτεύουσα του δυτικού τμήματος και διατηρούσε την εξέχουσα πολιτιστική και ιστορική θέση της ως γενέτειρα της αυτοκρατορίας, είχε πλέον έναν ισχυρό αντίζηλο, την Κωνσταντινούπολη, τη «Νέα Ρώμη» που ιδρύθηκε το 330 μ.Χ. και ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα της Ανατολικής Αυτοκρατορίας από το 395 μ.Χ.

Η κατάληψη της Ρώμης
Η κατάληψη της Ρώμης

Η δεύτερη σημαντική αλλαγή που συνέβη κατά τον 4ο αιώνα ήταν ο εκχριστιανισμός της αυτοκρατορίας υπό τον Μέγα Κωνσταντίνο, ο οποίος εδραίωσε τη θρησκευτική ανοχή εντός της αυτοκρατορίας από το 313. Στην πράξη, αυτό σήμαινε την προστασία και την προώθηση της υπό διωγμό χριστιανικής μειονότητας, με αποτέλεσμα ο Χριστιανισμός να γίνει αποκλειστικό θρήσκευμα και στις δύο αυτοκρατορίες μέσα σε 80 μόλις χρόνια.
Αυτές οι σπουδαίες μεταρρυθμίσεις δεν πραγματοποιήθηκαν ειρηνικά και οι πολλές εμφύλιες διαμάχες εκείνης της περιόδου άφησαν ανοιχτή την πόρτα της αυτοκρατορίας για τη μετανάστευση γερμανικών και σκανδιναβικών λαών στο εσωτερικό της, συχνά επειδή και τους ίδιους τους εκτόπιζαν άλλα νομαδικά φύλα από την ανατολή, όπως οι Ούνοι.
Παρόλο που ήταν γνωστοί στους Ρωμαίους ως «βάρβαροι», οι Γότθοι, οι Βάνδαλοι και οι Φράγκοι δεν ήταν άξεστοι άγριοι που περιέγραφαν οι προκατειλημμένοι Ρωμαίοι ιστορικοί.

Η κατάληψη της Ρώμης
Η κατάληψη της Ρώμης

Σε αρκετές περιπτώσεις είχαν επαφή με την αυτοκρατορία για πολλές γενιές.
Κάποιες φορές προσλαμβάνονταν ως μισθοφόροι από τους Ρωμαίους και καλούνταν να εγκατασταθούν σε περιοχές εντός της αυτοκρατορίας για να τονώσουν τον μειούμενο πληθυσμό τους.

AlarixosΠολλοί ήταν Χριστιανοί, αν και όχι απαραίτητα κάποιο δόγματος που να θεωρούνταν ορθόδοξο από την Εκκλησία: οι Βησιγότθοι, για παράδειγμα ήταν αρειανιστές, δηλαδή ανήκαν σε μια σέκτα την οποία η Εκκλησία είχε καταδικάσει ως αιρετική.
Οι Βησιγότθοι ήταν foederati (ομόσπονδοι): όχι Ρωμαίοι πολίτες με πλήρη δικαιώματα και υποχρεώσεις αλλά είχαν αναγνωρισμένη κοινωνική θέση στην αυτοκρατορία.
Είχαν υπηρετήσει ως μισθοφόροι στους εμφύλιους πολέμους της Ρώμης και, καθώς η Δυτική Αυτοκρατορία παράκμαζε, η δική τους επιρροή αυξανόταν.
Αρκετοί αυτοκράτορες είχαν προσλάβει μισθοφόρους από φυλές όπως οι Γότθοι και εξαρτιόνταν από αυτούς, εν τούτοις τους φέρονταν άσχημα.

Ο αυτοκράτορας Μέγας Θεοδόσιος, ο τελευταίος ηγεμόνας ενός ενιαίου Ρωμαϊκού κόσμου, είχε χρησιμοποιήσει τους Γότθους υπό την ηγεσία του μετέπειτα βασιλιά τους, του Αλάριχου Α’ ως «βορά για τους καταπέλτες, ως επιθετική αιχμή του στρατού του με σκοπό όχι μόνο να νικήσει τους εχθρούς του, αλλά και να αποδυναμώσει τους ίδιους τους Γότθους.
Σε μία μάχη, ο Αλάριχος έχασε 10.000 άντρες χωρίς να αποκομίσει την αμοιβή που θεωρούσε επαρκή αποζημίωση ή αναγνώριση από τον Θεοδόσιο.

Στις αρχές του 5ου αιώνα, νιώθοντας απογοητευμένος και αδικημένος, ο Αλάριχος επαναστάτησε ενάντια στους δυο γιους του Θεοδόσιου που είχαν μοιράσει την αυτοκρατορία μεταξύ τους. Αφού διέσχισε την Ελλάδα λεηλατώντας της, εισέβαλε στην Ιταλία τρεις φορές, καταλήγοντας κάθε φορά να πολιορκεί τη Ρώμη.

Τις πρώτες δύο φορές αρκέστηκε στα χρήματα που απέσπασε από τη Σύγκλητο.
Ο Αλάριχος δεν επιθυμούσε να καταστρέψει την αυτοκρατορία: Αυτό που ήθελε ήταν αναγνώριση για τις υπηρεσίες που είχε προσφέρει και την παραχώρηση κάποιου ασφαλούς τόπου, μιας πατρίδας για τον λαό του. Στην επόμενη πολιορκία όμως, ο Αλάριχος αποφάσισε να δώσει ένα μάθημα στους Ρωμαίους.Alarixos4

Η τρίτη του απόπειρα να καταλάβει τη Ρώμη πέτυχε, είτε μέσω αιφνιδιαστικής επίθεσης είτε, σύμφωνα με τον ιστορικό Έντουαρντ Γκίμπον, επειδή κάποιο σκλάβοι του άνοιξαν μία από τις πύλες της πόλης.  Η πόλη έπεσε και λεηλατήθηκε. Συγκρινόμενη με μεταγενέστερες λεηλασίες ωστόσο, ήταν μάλλον ήπια.

Οι Βησιγότθοι ήταν Χριστιανοί και δεν βεβήλωσαν τις μεγάλες χριστιανικές εκκλησίες και τα προσκυνήματα, ούτε πείραξαν όσους είχαν καταφύγει σε αυτά.
Έκαψαν τη Ρωμαϊκή Αγορά και σύλησαν τους τάφους των παγανιστών Ρωμαίων αυτοκρατόρων.
Μετά από τρεις ημέρες, ο Αλάριχος απέσυρε τα στρατεύματά του από την πόλη και κινήθηκε προς τον νότο, σχεδιάζοντας να εισβάλει στη ρωμαϊκή Βόρεια Αφρική, όπως πέθανε από πυρετό στην πορεία.
Τόσο οι παγανιστές όσο και οι Χριστιανοί χρησιμοποίησαν την πτώση της Ρώμης, την πρώτη μέσα σε οκτώ αιώνες, για να διακηρύξουν την ανωτερότητα των πίστεών τους.
Πολλοί Χριστιανοί θεώρησαν την πτώση της Ρώμης ως την απαρχή του «τέλους του κόσμου».

Πηγή: «Οι Μεγαλύτερες Καταστροφές της Ιστορίας» – Εκδόσεις: Κλειδάριθμος

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here